23 Οκτ 2010

ΕΥΡΥΤΗΤΑ ΗΧΟΥ

ΔΕΞΙΟΤΕΧΝΙΑ, ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΒΑΣΙΚΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΠΑΙΞΙΜΟ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥ ΤΡΙΧΟΡΔΟΥ ΚΑΙ ΤΕΤΡΑΧΟΡΔΟΥ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙΟΥ

Στον χώρο του Ρεμπέτικου και του Λαϊκού Τραγουδιού είναι γνωστό ότι χρησιμοποιούνται δυο είδη μπουζουκιών, το εξάχορδο ή τρίχορδο και το οχτάχορδο ή τετράχορδο μπουζούκι. Το τρίχορδο είναι το είδος μπουζουκιού που ακούγεται στις αυθεντικές ηχογραφήσεις των ρεμπέτικων της Πειραιώτικης Σχολής και το οποίο πέρασε στη δισκογραφία, στο τοπίο της Λαϊκής Μουσικής, με την εμφάνιση του Μάρκου Βαμβακάρη. Όσο για το τετράχορδο, η πιο γνωστή στις μέρες μας μορφή οχτάχορδου ή τετράχορδου είναι αυτή που λάνσαρε ο Μανόλης Χιώτης προσθέτοντας ένα παραπάνω τέλι στο τρίχορδο μπουζούκι της εποχής του.
Τεχνικές λεπτομέρειες, όσον αφορά τα δύο είδη μπουζουκιών έχω ήδη αναφέρει στο άρθρο ΤΡΙΧΟΡΔΟ ΚΑΙ ΤΕΤΡΑΧΟΡΔΟ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙ ΚΑΙ ΔΕΞΙΟΤΕΧΝΙΑ. Εδώ, θα μιλήσουμε για το ποιο από τα δυο είδη μπουζουκιού παράγει αυθεντικότερη μουσική, ζήτημα για το οποίον οι γνώμες διχάζονται. Υπάρχουν βέβαια κι αυτοί που υποστηρίζουν ότι, για το πώς θα αποδοθεί καλλίτερα μια μελωδία, δεν έχει σημασία τι είδος μπουζουκιού – ή οποιουδήποτε άλλου οργάνου-παίζει κάποιος σολίστας, αλλά ο τρόπος με τον οποίον παίζει αυτό το όργανο. Σίγουρα, σε γενικές γραμμές, κάτι τέτοιο ισχύει. Όμως, ειδικότερα σε σχέση με το μπουζούκι- άλλωστε μόνο γι’ αυτό μπορώ να εκφέρω γνώμη - πιστεύω πως το τρίχορδο προσφέρει στον σολίστα τη δυνατότητα να επιδείξει τις δεξιοτεχνικές του ικανότητες περισσότερο απ’ ό,τι το τετράχορδο. Βέβαια το τετράχορδο δίνει στον σολίστα τη δυνατότητα για περισσότερη ευχέρεια στο παίξιμο. Για του λόγου το αληθές θα ήθελα να αναφερθώ στον αλησμόνητο λαϊκό συνθέτη και δεξιοτέχνη σολίστα του τρίχορδου Μιχάλη Γενίτσαρη. Στη συνέντευξη που είχε δώσει στον Άρη Σκιαδόπουλο και η οποία μεταδόθηκε από την τηλεοπτική εκπομπή του τελευταίου ΝΥΧΤΕΡΙΝΟΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ, ο καλλιτέχνης αναφέρει περίπου τα εξής: η ευκολία στο παίξιμο του τετράχορδου σε σχέση με του τρίχορδου έγκειται στο ότι η απόσταση μεταξύ των μουσικών φθόγγων είναι μικρότερη στο τετράχορδο απ’ όσο στο τρίχορδο. Αυτό προσφέρει τη δυνατότητα στον σολίστα του τετράχορδου να παίζει με μεγαλύτερη ταχύτητα.
Σίγουρα η δεξιοτεχνία είναι μια ικανότητα η οποία, από τον καιρό που ο Μανόλης Χιώτης μετέτρεψε το μπουζούκι από τρίχορδο σε τετράχορδο, έχει ταυτιστεί με την ταχύτητα. Για μένα όμως, όπως έχω επανειλημμένα τονίσει, το αν κάποιος μπουζουξής διαθέτει την ικανότητα του δεξιοτέχνη, δεν σχετίζεται απαραιτήτως με τον ταχύ ή όχι ρυθμό παιξίματος, αλλά μάλλον με το πόσο ευρύ ήχο μπορεί να δημιουργήσει κατά την απόδοση της μελωδίας. Και όπως σημειώνει και πάλι ο Μιχάλης Γενίτσαρης, η μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ των φθόγγων είναι εκείνη που δημιουργεί την ευρύτητα και άρα το παίξιμο του τρίχορδου είναι πιο γλυκόηχο σε σχέση με του τετράχορδου.
Κλείνοντας, θα ήθελα να προσθέσω ότι στο άρθρο που μνημονεύεται στην αρχή αυτού του κειμένου, από άγνοια ή λάθος, αναφέρω πως το κούρδισμα του τετράχορδου μπουζουκιού είναι Ντο, Φα, Λα, Ρε. Σύμφωνα όμως με τον Παναγιώτη Κουνάδη και με όσα υποστηρίζει στον τόμο 14 των βιβλίων που συνοδεύουν τη σειρά δίσκων 'Τα Ρεμπέτικα', το κούρδισμα του τετράχορδου είναι Ρε, Λα, Ρε, Σολ. Αν λοιπόν κατέγραψα λανθασμένη πληροφορία, αυτό δεν οφείλεται στην δική μου αμέλεια να το ψάξω. Εκείνος που με ενημέρωσε σχετικά, πήρε αυτή την πληροφορία από κάποιον που έπαιζε τετράχορδο μπουζούκι, άρα, υπέθεσα ότι έπρεπε να γνωρίζει αυτή διαδικασία. Αναφέρομαι στη συγκεκριμένη λεπτομέρεια όχι βέβαια για να δικαιολογήσω την αβλεψία μου, αλλά για να αποκαταστήσω την λανθασμένη πληροφορία που έδωσα στους αναγνώστες μου.

Π. Σκούρτης
29/9/2010

12 Οκτ 2010

ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΛΛΙΑΣ

Ο ΛΑΙΚΟΣ ΕΡΜΗΝΕΥΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΛΛΙΑΣ, Ο ΧΡΥΣΟΣ ΔΙΣΚΟΣ ΤΟΥ, ΤΟ ΝΕΟ ΚΥΜΑ ΚΑΙ Ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΠΟΥΛΟΣ

Σήμερα στον λαϊκό μουσικό χώρο σπανίζουν οι εκπρόσωποι του τραγουδιού που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν γνήσιοι λαϊκοί καλλιτέχνες. Βέβαια ερμηνευτές και ερμηνεύτριες που διαθέτουν εκφραστικότητα και μπορούν να αποδώσουν σωστά τα λαϊκά τραγούδια, υπάρχουν αρκετοί. Όμως, πιστεύω ότι λίγοι είναι εκείνοι που ερμηνεύοντας, χρωματίζουν τη φωνή τους ακριβώς με την κατάλληλη δόση από το πάθος και το μεράκι που απαιτείται, ιδιαίτερα για την ερμηνεία τραγουδιών τα οποία ανήκουν στο συγκεκριμένο μουσικό είδος. Ένας καλλιτέχνης από αυτούς τους λίγους, που όμως χάθηκε πρόωρα, ήταν ο τραγουδιστής Κώστας Κόλλιας.
Ο Κόλλιας έγινε ευρύτερα γνωστός το 1980, όταν έκανε επιτυχία το τραγούδι ‘Έρωτά μου Αγιάτρευτε’. Το συγκεκριμένο τραγούδι έδωσε τον τίτλο σε μια ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά όπου, σε όλα τα κομμάτια, τη μουσική είχε γράψει ο Τάκης Σούκας και τους στίχους ο Ηρακλής Παπασιδέρης. Οι ίδιοι συντελεστές δημιούργησαν για τη φωνή του Κόλλια μια ακόμη σειρά τραγουδιών - της οποίας δεν γνωρίζω τον τίτλο-, ενώ ακολούθησε ένας δίσκος με μουσική του μπουζουξή Αντώνη Κατινάρη, που είχε τίτλο ΜΠΟΥΖΟΥΚΟΚΕΛΑΙΔΙΣΜΑΤΑ. Τρεις δημιουργίες του Αντώνη Κατινάρη υπάρχουν, μεταξύ άλλων τραγουδιών, και στο άλμπουμ ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΛΛΙΑΣ - Ο ΧΡΥΣΟΣ ΔΙΣΚΟΣ, το οποίο μάλλον δημιουργήθηκε μετά το θάνατο του ερμηνευτή. Αυτά τα τρία τραγούδια του Κατινάρη ηχογραφήθηκαν το 1978. Δεν γνωρίζω αν, αργότερα, είχαν περιληφθεί και στην ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά του συνθέτη με ερμηνευτή τον Κόλλια, ΜΠΟΥΖΟΥΚΟΚΕΛΑΙΔΙΣΜΑΤΑ, που - σύμφωνα με τον ερευνητή Κώστα Μπαλαχούτη - ηχογραφήθηκε το 1982. Οι τίτλοι αυτών των τριών τραγουδιών είναι: ‘Δώδεκα η Ώρα Νταν’, ‘Γυρνώ Ξενύχτης’ και ‘Νιτσί Καλέ’. Έχω την εντύπωση πως το τραγούδι ‘Νιτσί Καλέ’ δεν είναι από αυτά που πρωτοείπε ο Κόλλιας, αλλά μάλλον το είχε πρώτος τραγουδήσει ο Στράτος Διονυσίου. Πιθανότατα, ο τίτλος να παραπέμπει στο Ιτσί Καλέ που, αν δεν κάνω λάθος, ήταν μια περιοχή της Σμύρνης, αλλά για χιουμοριστικούς λόγους ή και για τις ανάγκες καλύτερης απόδοσης του στίχου από τον τραγουδιστή, να έγινε ‘Νιτσί Καλέ’.
Εδώ θα ήθελα να κάνω μια παρένθεση και να επισημάνω πως μέχρι και κάποια χρόνια πριν, μιλώντας κανείς για χρυσό δίσκο, δεν εννοούσε μόνον αυτόν που, ανεξαρτήτως ποιότητας του περιεχομένου του, είχε κάνει ορισμένο αριθμό πωλήσεων, αλλά κι εκείνον που περιελάμβανε πράγματι τα καλύτερα τραγούδια των καλλιτεχνών. Αυτό διαπιστώνεται ακούγοντας μεταξύ άλλων και τους χρυσούς δίσκους των Βαγγέλη Περπινιάδη και Παναγιώτη Μιχαλόπουλου, ενώ ισχύει και για τον ερμηνευτή του οποίου ο χρυσός δίσκος κυρίως σχολιάζεται σε αυτό το άρθρο.
Ας ξαναγυρίσουμε όμως στον ίδιο τον Κώστα Κόλλια, για να πούμε ότι η χρονιά που έγινε ιδιαίτερα γνωστός μπορεί να ήταν το 1980, ωστόσο, μελετώντας τα στοιχεία που καταγράφονται στο άλμπουμ ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΛΛΙΑΣ Ο ΧΡΥΣΟΣ ΔΙΣΚΟΣ, διαπιστώνει κανείς πως υπάρχουν ηχογραφήσεις του τραγουδιστή που έγιναν πολύ νωρίτερα, ακόμα και πριν από τη συνεργασία του με τον Κατινάρη και συγκεκριμένα από το 1976, όταν ερμήνευσε κάποιες συνθέσεις των Βασίλη Βασιλειάδη και Γιώργου Μπούρα. Με την ευκαιρία αυτή να πούμε ότι στο περιοδικό ΛΑΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ και συγκεκριμένα στο τεύχος των μηνών Μαϊου-Ιουνίου2010, το ‘Αν Σε Χάσω, Αν…’ καταγράφεται ως τίτλος δίσκου στη δισκογραφία του Βασιλειάδη. Σύμφωνα με τον Γιώργο Τσάμπρα, η μουσική του κομματιού με τον προαναφερόμενο τίτλο ανήκει στον Μπούρα και ως σύνθεση του ίδιου καταγράφεται και στο άλμπουμ ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΛΛΙΑΣ-Ο ΧΡΥΣΟΣ ΔΙΣΚΟΣ. Όμως δεν αποκλείεται, στο παρελθόν, ο τίτλος αυτού του τραγουδιύ να είχε χρησιμοποιηθεί ως ονομασία κάποιου δίσκου του Κόλλια ο οποίος μα περιελάμβανε συνθέσεις και του Μπούρα και του Βασιλειάδη.
Ο μπουζουξής Γιώργος Μπούρας είναι ο συνθέτης πολλών τραγουδιών που ερμήνευσε ο Γιώργος Μαργαρίτης στα πρώτα του βήματα. Προσωπικά πάντως προτιμώ τα τραγούδια που ο συγκεκριμένος δημιουργός συνέθεσε για να τα αποδώσει ο Κώστας Κόλλιας από αυτά για τον Μαργαρίτη. Πιστεύω πως η φωνή του τελευταίου αξιοποιήθηκε πολύ αργότερα σε τραγούδια άλλων συνθετών. Παρεμπιπτόντως, ο Μπούρας έχει δημιουργήσει και τραγούδια για τη φωνή του Γιάννη Κόλλια, αδελφού του Κώστα.
Το μόνο κομμάτι που δεν με ικανοποιεί από το άλμπουμ ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΛΛΙΑΣ - Ο ΧΡΥΣΟΣ ΔΙΣΚΟΣ, είναι το τραγούδι ‘Τα Μάτια σου τ’ Αράπικα’. Ο λόγος γι’ αυτό δεν είναι πως η ερμηνεία του τραγουδιστή υστερεί συγκρίνοντάς την με άλλα τραγούδια του ίδιου δίσκου, αλλά το ότι υπάρχει από μέρους μου μια έντονη υποψία πως εδώ έχει χρησιμοποιηθεί μέρος, τόσο της μελωδίας όσο και του στίχου, από το τραγούδι ‘Αλεξανδριανή Φελάχα’, όχι του Μάρκου αλλά του Γιάννη Παπαϊωάννου.. Κι αυτό, χωρίς να κάνουν τον κόπο, τόσο ο Μπούρας όσο και η στιχουργός Παρασκευή Πολίτου, για την απαραίτητη τροποποίηση έτσι ώστε να μη γίνεται αντιληπτό. Σε αυτό το σημείο να προσθέσουμε πως η Παρασκευή Πολίτου έχει γράψει τους στίχους σε όλα τα τραγούδια του Μπούρα τα οποία περιλαμβάνονται σε αυτό το άλμπουμ.
Παρενθετικά να πω ότι δεν γνωρίζω αν η Πολίτου έχει κάποια συγγένεια με τον Δημήτρη Πολίτη, ιδρυτή και διευθυντή της μικρής δισκογραφικής εταιρείας ΠΟΛΥΦΩΝ στην οποία, μεταξύ άλλων συνθετών, έδινε τραγούδια και ο Μπούρας και όπου ηχογραφούσαν τόσο ο Κόλλιας όσο και ο Μαργαρίτης όταν πρωτοξεκίνησε. Σήμερα η ΠΟΛΥΦΩΝ δεν υπάρχει. Τα δικαιώματα των τραγουδιών που ηχογραφούνταν εκεί έχουν αγοραστεί από άλλη εταιρία. Ο Κώστας Κόλλιας είχε μεταγραφεί στη ΜΙΝΟΣ και στον επόμενο δίσκο του επρόκειτο να περιληφθούν τραγούδια σε μουσική Αντώνη Ρεπάνη. Μ’ όλο που ο ερμηνευτής απ’ αυτή τη δουλειά δεν πρόλαβε να ηχογραφήσει παρά μόνον έξη κομμάτια - αφού σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό - ο δίσκος τελικά συμπληρώθηκε με κάποια τραγούδια του ίδιου συνθέτη που απέδωσε η Έλενα Κωστή, μια εκπρόσωπος του μουσικού ρεύματος που παλιότερα είχε χαρακτηριστεί ως Ελληνικό Νέο Κύμα. Άλλοι καλλιτέχνες- εκπρόσωποι αυτού του μουσικού ρεύματος ήσαν η τραγουδίστρια Αρλέτα και ο συνθέτης Γιάννης Σπανός, ενώ στο ίδιο ρεύμα είχε ενταχθεί, στα πρώτα του βήματα, και ο τραγουδοποιός Διονύσης Σαββόπουλος.
Κλείνοντας, θα ήθελα να πω ότι θεωρώ πως εφάμιλλης αξίας τραγουδιστής με τον Κώστα Κόλλια είναι ο Στράτος Γεωργιόπουλος, εγγονός του κορυφαίου ερμηνευτή Παγιουμτζή. Όμως ξεκαθαρίζω το εξής: Πιστεύω πως αυτό ισχύει μόνο από πλευράς ‘στόφας’ στη φωνή και όχι ομοιότητας στην ερμηνεία.


Π. Σκούρτης
21 - 8 - 2010

9 Οκτ 2010

ΣΠΥΡΟΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ

Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΟΥ ΜΠΟΥΖΟΥΞΗ ΣΠΥΡΟΥ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ
ΚΑΙ ΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ


Όταν έγραφα για την καλλιτεχνική πορεία του μπουζουξή Γιάννη Σταματίου ή Σπόρου - με αφορμή την κυκλοφορία του δίσκου του ΜΕ ΧΑΜΗΛΩΜΕΝΑ ΦΩΤΑ- σε κάποιο σημείο του άρθρο ανέφερα και τους αδελφούς Ευσταθίου. Ο μεγαλύτερος, Μήτσος, που διακρίθηκε περισσότερο ως ερμηνευτής αλλά ήταν και μπουζουξής, έφυγε για πάντα από κοντά μας εδώ και αρκετά χρόνια. Όπως πληροφορήθηκα από το περιοδικό Λαϊκό Τραγούδι και συγκεκριμένα από το τεύχος των μηνών Μαϊου-Ιουνίου 2010, ο νεώτερος, ο Σπύρος - περισσότερο σολίστας του μπουζουκιού παρά τραγουδιστής - πέθανε πρόσφατα σε ηλικία 82 ετών.
Σχετικά με τον καλλιτέχνη τον οποίο μόλις ανέφερα, αντί να καταθέσω γεγονότα για τα οποία ίσως έχουν ειπωθεί και γραφτεί πολλά, προτιμώ να μιλήσω για μια προσωπική εμπειρία. Κατά την δεκαετία του 80, έτυχε να βρίσκομαι στην Αμερική. Κάποια στιγμή λοιπόν, την περίοδο κατά την οποία διέμενα στη Φλόριντα, στο Μαϊάμι, στο Πανεπιστήμιο όπου φοιτούσα, πραγματοποιήθηκε ένα καλλιτεχνικό δρώμενο. Επρόκειτο για κάποια εκδήλωση που έγινε με αφορμή την παρουσίαση μιας ταινίας η οποία είχε ως θέμα τα Ρεμπέτικα. Τίτλος της: REBETIKA: THE BLUES OF GREECE. Στο σχετικό γλέντι που ακολούθησε την προβολή της ταινίας, οι πενιές του σολίστα που είχε κληθεί να παίξει μπουζούκι, με συγκλόνισαν. Εντυπωσιάστηκα από το γεγονός ότι μπορεί να υπάρχουν τόσο σπουδαίοι μπουζουξήδες στο εξωτερικό. Τελικά αποδείχθηκε ότι αυτός ο καταπληκτικός δεξιοτέχνης ήταν ο Σπύρος Ευσταθίου. Εκείνος, με τη σειρά του, φάνηκε εντυπωσιάζεται από το εξής: Ενώ τα τραγούδια που του ζητούσαν οι άλλοι να παίξε, ήσαν λίγο πολύ γνωστά και χιλιοτραγουδισμένα ρεμπέτικα, η δική μου ‘παραγγελιά’ ήταν το ‘Ένας Μάγκας στο Βοτανικό’. Επρόκειτο για την παραλλαγή του τραγουδιού που βγήκε στο όνομα των Στελάκη Περπινιάδη και Χαράλαμπου Βασιλειάδη, την οποία ερμήνευσε σε δίσκο ο Στέλιος Καζαντζίδης όταν η φωνή του ήταν πολύ διαφορετική από αυτή που γνωρίσαμε αργότερα. Επισημαίνω τα περί παραλλαγής, γιατί, ως γνωστόν, στην ουσία πρόκειται για αδέσποτο κομμάτι.
Ο Σπύρος Ευσταθίου, που ήταν ο πρώτος από τους εκπρόσωπους του Ρεμπέτικου τους οποίους γνώρισα από κοντά, υπήρξε ένας πολύ εγκάρδιος και προσηνής άνθρωπος. Αργότερα, το 1993 τον συνάντησα και στην Ελλάδα, όταν πήγα και τον βρήκα να παίζει στο γνωστό στέκι του Μιχάλη Δασκαλάκη στο Πικέρμι. Το Κέντρο αυτό ονομαζόταν Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ και σήμερα δεν υπάρχει, όπως άλλωστε και ο δημιουργός του. Νομίζω πως το αναφερόμενο στέκι πρέπει να έκλεισε αρκετά χρόνια πριν από τον θάνατο του Δασκαλάκη. Και επισημαίνω κάτι τέτοιο, γιατί είναι γνωστό πως το σπίτι όπου διέμενε ο ‘Δάσκαλος’ όταν εμφανιζόταν στο μαγαζί, βρισκόταν στον ίδιο χώρο μ’ αυτόν της δουλειάς του, ενώ τα τελευταία χρόνια ο γνωστός λαϊκός βάρδος κατοικούσε στα Καλύβια Αττικής. Αν δεν κάνω λάθος, ο Μιχάλης Δασκαλάκης έφυγε για πάντα από κοντά μας στις 31 Ιανουαρίου του 2003 ή 2004.
Όμως για να επανέλθω στην επανασυνάντησή μου με τον ‘μπάρμπα Σπύρο’, στο στέκι Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ, αν και δεν κατορθώσαμε να πούμε πολλά, διαπίστωσα ότι με θυμόταν ακόμα. Δυστυχώς, κάποια χρόνια μετά, ο Σπύρος Ευσταθίου επέστρεψε και πάλι στην Αμερική, όχι όμως στο Μαϊάμι αλλά στην Αριζόνα ,όπου και πέθανε.
Αρκετό καιρό μετά από τη συνάντηση με τον Σπύρο στο κέντρο Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ, γνώρισα και τον αδελφό του το Μήτσο, αλλά οι αναμνήσεις από τη συμπεριφορά του απέναντί μου δεν μου είναι και πολύ ευχάριστες. Παρόλ’ αυτά πρέπει να πω ότι εκ των υστέρων χαίρομαι πολύ που τον συνάντησα γιατί η εμπειρία αυτή, μ’ όλο που ήταν αρνητική, δεν επηρέασε καθόλου την πεποίθησή μου ότι υπήρξε μεγάλος ερμηνευτής.


Π. Σκούρτης
30 -8 -2010