4 Οκτ 2011

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΑΣΣΗΣ – ΛΑΥΡΕΝΤΗΣ ΜΑΧΑΙΡΙΤΣΑΣ

Η ΣΥΝΝΕΦΙΑ ΠΕΡΝΑΕΙ ΜΕ ΠΑΡΕΑ
Οι ερμηνευτικές ικανότητες του Δημήτρη Μπάσση στο Λαϊκό Τραγούδι αναδεικνύονται στο δίσκο ενός δημιουργού που όμως δεν είναι κατ’ εξοχήν ‘λαϊκός’
Ο Δημήτρης Μπάσσης ανήκει στους νεότερους καλλιτέχνες με αξιοπρόσεχτες ερμηνευτικές επιδόσεις, ιδιαίτερα στο Παραδοσιακό Αστικολαϊκό Τραγούδι. Ωστόσο, κατά την προσωπική μου βέβαια γνώμη, αυτές οι ικανότητές του δεν είχαν γίνει ως τώρα αισθητές σε κανέναν δίσκο με καινούργια τραγούδια. Ακόμα και οι δίσκοι με συνθέσεις του Χρήστου Νικολόπουλου δεν αποτέλεσαν εξαίρεση. Και τούτο, παρότι ο αναφερόμενος δημιουργός - που ως γνωστόν πρωτοπαρουσίασε τον Μπάσση στο ευρύ κοινό - είναι ένας συνθέτης που συνήθως καταφέρνει να αναδεικνύει τις λαϊκές πτυχές στις ερμηνείες καλλιτεχνών με τους οποίους συνεργάζεται.
Εξαίρεση σε όσα προαναφέρθηκαν μόνο οι δίσκοι του Μπάσση με νεότερες ερμηνείες σε τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη. Μάλιστα ο μεγάλος μας συνθέτης έφτασε στο σημείο να εμπιστευθεί στον αναφερόμενο τραγουδιστή όχι μόνο την απόδοση μεμονωμένων κομματιών, αλλά και την ερμηνεία ενός ολόκληρου μουσικού του έργου. Πρόκειται για τον κύκλο ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ που είχε κυκλοφορήσει για πρώτη φορά με βασικό ερμηνευτή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση. Κατά την άποψή μου, ο τρόπος με τον οποίο αποδίδει ο Μπάσσης αυτό το έργο, του δίνει καινούργια πνοή και το αποσυνδέει τελείως από την πρώτη ερμηνευτική του απόδοση.
Εντούτοις, η έκπληξη όσον αφορά ερμηνείες σε νεότερα λαϊκά κομμάτια έρχεται με τον δίσκο Η ΣΥΝΝΕΦΙΑ ΠΕΡΝΑΕΙ ΜΕ ΠΑΡΕΑ, ενός δημιουργού που δεν ανήκει κυρίως στον χώρο της λαϊκής μουσικής. Πρόκειται για τον τραγουδοποιό Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, που στον νέο δίσκο του Δημήτρη Μπάσση έχει γράψει τη μουσική σε ένδεκα από τα δώδεκα τραγούδια. Δέκα από αυτές τις συνθέσεις είναι λαϊκότροπα κομμάτια. Το μόνο τραγούδι που τόσο από πλευράς σύνθεσης όσο και ενορχήστρωσης δεν κινείται σε λαϊκό ύφος, είναι το κομμάτι ‘Και Γεια Χαρά’ σε στίχους Λίνας Δημοπούλου. Η Δημοπούλου έχει επίσης γράψει στίχους σε μια από τις δέκα λαϊκότροπες συνθέσεις του Μαχαιρίτσα, το ‘Τέτοια Συννεφιά’. Ο στίχος που ενέπνευσε τον τίτλο του δίσκου Η ΣΥΝΝΕΦΙΑ ΠΕΡΝΑΕΙ ΜΕ ΠΑΡΕΑ είναι της Δημοπούλου και συγκεκριμένα αυτός που λέει «πώς να περάσεις συννεφιά χωρίς παρέα». Εκτός από τη στιχουργό που μόλις αναφέραμε στίχους σ’ αυτό τον δίσκο έγραψαν οι Κώστας Μπακούρης, Ισαάκ Σούσσης, Πέγκυ Πολίτη και άλλοι, μεταξύ των οποίων και ο καταξιωμένος στιχουργός Μάνος Ελευθερίου. Λαϊκότροπο κομμάτι είναι και το δωδέκατο τραγούδι του δίσκου, όπου τη μουσική και τους στίχους έχει γράψει ένας άλλος τραγουδοποιός που ανήκει στον ίδιο χώρο με το Μαχαιρίτσα, ο Γιάννης Κότσιρας, Το τραγούδι του Κότσιρα είναι το καταπληκτικό ζεϊμπέκικο ‘Πόσο Κοστίζει μια Ζωή’ που ο Μπάσσης αποδίδει μαζί με τον Δημήτρη Μητροπάνο.
Καιρός όμως να σχολιάσουμε λίγο και τους στίχους. Δυστυχώς η καταφυγή σε δυσνόητα λεκτικά σχήματα είναι ένα σύνδρομο που φοβάμαι ότι σήμερα έχει πλήξει και καταξιωμένους στιχουργούς όπως είναι ο Μάνος Ελευθερίου. Στο τραγούδι ‘Είχαμε Όνειρα Μεγάλα’ αν δεν έβλεπα το όνομά του, πολύ θ’ αμφέβαλα για την πατρότητα των στίχων. Για παράδειγμα, στη στροφή όπου λέει «της αγάπης τα σκαλιά μόνο εμείς μετρήσαμε, στρατιώτες γίναμε και τα υπηρετήσαμε», θεωρώ ότι η χρήση του άρθρου ‘τα’ στο τέλος του στίχου τον κάνει κάπως ακαταλαβίστικο. Την αγάπη είναι που υπηρετούν οι στρατιώτες και όχι ‘τα σκαλιά της’. Επίσης ο στίχος που υπάρχει στο ρεφραίν και λέει «είχαμε όνειρα μεγάλα, μα ήταν γυάλινα, μόνο κάποιοι άλλοι τα ‘χουν πάντα τα κρυστάλλινα», θυμίζει μάλλον Νικολακοπούλου παρά Ελευθερίου.
Ακόμα, η στιχουργός Πέγκυ Πολίτη στο τραγούδι ‘Οι Γοργόνες’ μιλάει για απλές γυναίκες και γοργόνες. Εντούτοις δεν καταλαβαίνει κανείς σε ποιες γυναίκες αναφέρεται ο στίχος «το βάζουνε στα πόδια» της δεύτερης στροφής. Στις ‘απλές γυναίκες’ ή στις ‘γοργόνες’; Ο ισχυρισμός πως ένας ασαφής στίχος μπορεί να κρύβει ‘βαθύ νόημα’, πιστεύω δεν επαρκεί για να τον στερεί ‘νοηματικής ευκρίνειας’.
Κλείνοντας, ήθελα να σημειωθεί ότι ο δίσκος που σχολιάζεται εδώ φυσικά δεν είναι ο πρώτος όπου ένας δημιουργός που ανήκει σε διαφορετικό μουσικό χώρο επιχειρεί να συνθέσει λαϊκά τραγούδια. Όμως σ’ αυτόν εδώ τον δίσκο μοιάζει να είναι έκδηλη η επιθυμία του Μαχαιρίτσα να δώσει αμιγώς λαϊκό ηχόχρωμα στα τραγούδια του. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι ο συνθέτης εμπιστεύτηκε την ενορχήστρωσή τους στον μπουζουξή Βαγγέλη Μαχαίρα. Εδώ να προσθέσω πως ο Μαχαίρας είναι ο μουσικός που συμμετείχε ως λαϊκός σολίστας στον δίσκο με συνθέσεις του Κώστα Λειβαδά ΕΧΩ ΑΝΘΡΩΠΟ, σε στίχους του Θοδωρή Γκόνη και βασική ερμηνεύτρια τη Γιώτα Νέγκα.


Παναγιώτης Σκούρτης
24/9/2011

4 Ιουν 2011

ΑΦΑΝΕΙΣ ΜΕΓΑΛΟΙ ΤΟΥ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΥ

ΑΦΑΝΕΙΣ ΜΕΓΑΛΟΙ ΤΟΥ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΛΑΙΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΠΑΛΙΩΝ ΜΕΛΩΔΙΩΝ ΑΠΟ ΝΕΩΤΕΡΟΥΣ ΣΥΝΘΕΤΕΣ

Σήμερα ακούγονται πολλές αντικρουόμενες απόψεις όσον αφορά το χώρο της Λαϊκής Μουσικής και του Τραγουδιού. Πολλές φορές βέβαια αυτές διατυπώνονται από πολέμιους του συγκεκριμένου μουσικού είδους, αλλά συχνά όχι μόνο από εκείνους. Μια από τις επικρατέστερες απόψεις είναι ότι, από τότε που έφυγαν για πάντα από κοντά μας κάποια ‘ιερά τέρατα’ του χώρου - συνθέτες, στιχουργοί μουσικοί ή τραγουδιστές - άρχισαν να προβάλλονται εκπρόσωποι του είδους που τους αξιολογούμε δυσανάλογα με την πραγματική τους αξία. Αυτή την άποψη μπορούμε μάλιστα να τη συνοψίσουμε στη φράση ‘όλοι γίνανε δάσκαλοι και μεγάλοι’.
Σίγουρα, ως έναν βαθμό, είναι φυσικό να επικρατεί μια τέτοια αντίληψη από τη στιγμή που, απ’ οποιονδήποτε πολιτισμικό χώρο και όχι μόνο από τον καλλιτεχνικό, θα λείψουν ορισμένοι από αυτούς που αποκαλούμε ‘ιερά τέρατα’. Αυτό όμως δεν σημαίνει οπωσδήποτε πως όσοι έγιναν λιγότερο γνωστοί, παραμερίστηκαν σκόπιμα από τους συναδέλφους τους ή πως είναι μικρότερου βεληνεκούς από εκείνους. Γιατί είναι βέβαιο ότι υπάρχουν αμέτρητες περιπτώσεις όπου πέραν από τις προσωπικές έριδες και αντιπαλότητες έπαιξαν ρόλο και πολλοί άλλοι παράγοντες.
Τώρα, ειδικά όσον αφορά γενικότερα το χώρο της Λαϊκής Μουσικής και του Τραγουδιού, στο συγκεκριμένο άρθρο επέλεξα να μιλήσω κυρίως για συνθέτες των οποίων οι περιπτώσεις αποτελούν δείγματα του φαινομένου που εδώ σχολιάζεται. Για παράδειγμα, το τραγούδι ‘Μες στης Πόλης το Χαμάμ’ είναι ένα από τα δημοφιλέστερα ρεμπέτικα. Όμως, την εποχή που έγινε δημοφιλές, εκτός από τους ερευνητές, λίγοι γνώριζαν πως αυτό το τραγούδι ήταν δημιουργία του Ανέστου Δελιά, ενός από τους πρωτεργάτες του Πειραιώτικου Ρεμπέτικου. Η δημοτικότητά που γνώρισε το συγκεκριμένο κομμάτι οφειλόταν στην διασκευή του που κυκλοφόρησε στα χρόνια του ’70. Τη διασκευή αυτή που κατά πολλούς, έκανε ο Γιώργος Μανισαλής, ερμήνευσε ο Παναγιώτης Μιχαλόπουλος. Σίγουρα η πρώτη εκδοχή, αυτή με τον Δελιά, δεν δημιουργεί την ατμόσφαιρα κεφιού που σκορπίζει εκείνη με ερμηνευτή τον Μιχαλόπουλο. Εντούτοις, δεν σημαίνει πως σε γενικές γραμμές μειονεκτεί έναντι της νεώτερης εκδοχής. Αντιθέτως, κατά την προσωπική μου γνώμη, αυτή η πρώτη ηχογράφηση του τραγουδιού είναι εξαιρετική.
Πολλοί λίγοι ρεμπετόφιλοι είναι αυτοί που δεν έχουν ακούσει και αγαπήσει την επιτυχία ‘Το Βουνό’, όμως λίγοι γνωρίζουν τον συνθέτη του τραγουδιού που είναι ο μπουζουξής Λουκάς Νταράλας. Τους στίχους σ’ αυτό το τραγούδι έγραψε ο επίσης άγνωστος σε πολλούς Βαγγέλης Πρέκας. Παρενθετικά να σημειωθεί πως γιος του Λουκά είναι ο γνωστός και δημοφιλής τραγουδιστής Γιώργος Νταλάρας. Ο τελευταίος, για κάποιο λόγο - ίσως για να προφέρεται το επώνυμό του ευκολότερα - έκανε έναν μικρό αναγραμματισμό.
Ο σολίστας του μπουζουκιού Βασίλης Καψάλης ή Καραπατάκης είναι εκείνος που έχει συνθέσει, μεταξύ άλλων και ένα από τα πιο αγαπημένα κομμάτια στον χώρο του λαϊκού τραγουδιού, το ‘Δυο Πόρτες Έχει η Ζωή’. Ελάχιστοι όμως είναι εκείνοι που γνωρίζουν τη συγκεκριμένη λεπτομέρεια, αφού το κομμάτι αυτό κυκλοφόρησε στο όνομα του Στέλιου Καζαντζίδη. Είναι γνωστό πως ο Καζαντζίδης αγόρασε τους στίχους από την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου. Όσο για τη μελωδία, αντίθετα από τη φήμη που κυκλοφορούσε μέχρι πρότινος, τώρα τελευταία ακούγεται πως ο ερμηνευτής δεν την οικειοποιήθηκε αλλά του παραχωρήθηκε από τον Καραπατάκη.
Η μουσική του τραγουδιού ‘Το Μπουζούκι του Νικόλα’, κομμάτι το οποίο κυκλοφόρησε στο όνομα του Στράτου Διονυσίου, ανήκει στον δεξιοτέχνη σολίστα του μπουζουκιού και συνθέτη Νίκο Καρανικόλα. Εντούτοις, σύμφωνα με μαρτυρία της συζύγου του Καρανικόλα - της γνωστής στους θιασώτες του λαϊκού τραγουδιού ερμηνεύτριας Βούλας Γκίκα - ο Διονυσίου δεν το κυκλοφόρησε εσκεμμένα στ' όνομά του, αλλά επειδή τότε δεν δέχονταν να περνάνε τραγούδια του Καρανικόλα στις εταιρείες, του παραχωρήθηκε από τον συνθέτη. Μάλιστα, πάλι σύμφωνα με τα λεγόμενα της Γκίκα, όταν το άκουσε ο εταιριάρχης - δεν θυμάμαι τώρα αν ήταν ο Μίνος Μάτσας ή ο γιος του Μάκης - είπε: «Τι Διονυσίου; Αυτό μυρίζει Καρανικόλα
Ο λόγος που αναφέρομαι σε όλους τους παραπάνω δημιουργούς είναι γιατί θέλω να τονίσω ότι, εκτός από τους γνωστούς συνθέτες, στο χώρο του Ρεμπέτικου και του Λαϊκού τραγουδιού υπάρχουν και άλλοι που είναι εξίσου αξιόλογοι, αλλά που το πλατύ κοινό ίσως να μην γνωρίζει. Κι αυτό γιατί, για διάφορους λόγους, ανεξάρτητους της θέλησής τους, αγνοήθηκαν στην εποχή τους.΄Ετσι τα τραγούδια τους, αν και υπήρξαν μεγάλες επιτυχίες, έγιναν γνωστά από άλλους καλλιτέχνες του ίδιου χώρου, ερμηνευτές ή ομότεχνούς τους.
Κλείνοντας, θα ήθελα να θίξω ένα θέμα που, αν και είναι μια ιστορία τελείως διαφορετική, με την πρώτη ματιά φαίνεται παρόμοιο με όσα είπαμε προηγουμένως. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που όπως αυτά της διασκευής και της οικειοθελούς παραχώρησης, επικράτησε κυρίως στις δεκαετίες ’60 -’70. Μελωδίες παλιότερων συνθετών που δεν βρίσκονταν πια στη ζωή, άγνωστων στο ευρύ κοινό, χρησιμοποιήθηκαν κατά καιρούς από νεώτερους ομότεχνούς τους, οι οποίοι τις επένδυσαν με νέους στίχους. Πρέπει βέβαια να πω ότι, προσωπικά, δεν επικροτώ τέτοιες πρακτικές. Αλλά σύμφωνα με όσα υποστηρίζουν πολλοί σημερινοί μελετητές του Ρεμπέτικου - μεταξύ αυτών και ο δημοσιογράφος Γιώργος Τσάμπρας -, αυτή η πρακτική ήταν ίσως η μόνη λύση προκειμένου να διασωθούν οι συγκεκριμένες μελωδίες. Κι αυτό, γιατί εκείνη την εποχή η έρευνα γύρω από το αναφερόμενο μουσικό είδος δεν είχε πάρει – και ούτε φανταζόταν κανείς ότι θα πάρει - την έκταση που έχει πάρει σήμερα. Επειδή δεν ανήκω σε αυτούς που πιστεύουν ότι ‘ο σκοπός αγιάζει τα μέσα’, θεωρώ ότι χρειάζεται ευρύτερη μελέτη προκειμένου να αποσαφηνιστεί η διαφορά μεταξύ κλοπής και διασκευής μιας μελωδίας .

Π. Σκούρτης
27/5/2011

23 Μαΐ 2011

ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΝΑΣ ΑΚΟΜΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗΣ ΜΕ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΠΟΛΥ ΕΥΡΥΤΕΡΕΣ ΑΠ’ ΟΣΟ ΓΝΩΡΙΖΑΜΕ
Στον λαϊκό μουσικό χώρο και όχι μόνο, οι εκπρόσωποι του τραγουδιού που το ευρύ κοινό ταυτίζει με ένα συγκεκριμένο ερμηνευτικό ύφος, είναι αρκετοί. Τούτο συχνά συμβαίνει σε τέτοιο βαθμό ώστε, από κάποιο σημείο και πέρα, είναι πολύ δύσκολο να πιστέψει κανείς πως οι συγκεκριμένοι καλλιτέχνες διαθέτουν ερμηνευτικές δυνατότητες πολύ ευρύτερες από εκείνες που γνωρίζει το ευρύ κοινό. Ένα από τα κλασικά παραδείγματα της περίπτωσης στην οποία αναφερόμαστε είναι αυτό του Μανόλη Αγγελόπουλου.
Οι ερμηνείες με τις οποίες ο Αγγελόπουλος έγινε ιδιαίτερα γνωστός πραγματοποιήθηκαν περισσότερο κατά τη δεκαετία του ‘70. Αυτές τις συναντάμε πιο πολύ σε τραγούδια που οι μουσικές τους αποτελούν κυρίως διασκευές αραβοϊνδικών μελωδιών. Το γεγονός ότι αυτές οι μελωδίες είναι διασκευές από μουσικές άλλων χωρών της Ανατολής, επιβεβαιώνεται και από τη στιχουργό Μάρω Μπιζάνη. Αυτό τουλάχιστον ισχύει όσον αφορά τη μουσική του τραγουδιού ‘Τα Μαύρα Μάτια σου'. Μάλιστα, σχετικά με το προαναφερόμενο τραγούδι, η Μπιζάνη είχε πει χαρακτηριστικά πως η μουσική που χρησιμοποιήθηκε για να μελοποιηθούν οι στίχοι της, ήταν πολύ μικρότερη σε διάρκεια από αυτή του πρωτότυπου αραβικού κομματιού που διασκεύασε ο Νάκης Πετρίδης. Με την ευκαιρία της αναφοράς μας σ’ αυτόν τον συνθέτη, που στην περίπτωση του Αγγελόπουλου έκανε τις περισσότερες διασκευές, να υπενθυμίσουμε ότι έφυγε για πάντα από κοντά μας εδώ και αρκετά χρόνια.
Στο συγκεκριμένο τραγούδι, όπως και σε άλλα παρόμοιου ύφους, στη φωνή του Αγγελόπουλου κυριαρχεί ένα αμανετζίδικο λυγμικό στοιχείο. Θα πρέπει εδώ να δοθεί ιδιαίτερη σημασία στον χαρακτηρισμό ‘αμανετζίδικο’, γιατί, ως γνωστόν, το λυγμικό στοιχείο υπάρχει επίσης σε αναρίθμητα τραγούδια που ερμήνευσε ο Στέλιος Καζαντζίδης. Όμως, σε πολλά από τα τραγούδια που ερμήνευσε ο Καζαντζίδης το λυγμικό στοιχείο δεν έχει εκείνο το ανατολίτικο ηχόχρωμα που συναντάμε στις ερμηνείες του Αγγελόπουλου. Εκεί, δημιουργεί στον ακροατή απλώς την αίσθηση του παραπονιάρικου.
Εντούτοις ο Αγγελόπουλος, λίγο πριν πεθάνει, μας αποκάλυψε μια άλλη διάσταση της ερμηνείας του, πολύ πιο αυθεντικά λαϊκή από αυτή που ήδη γνωρίζαμε. Ναι μεν και εδώ το παράπονο είναι παρόν, όμως πολλές φορές δεν είναι αμανετζίδικο και είτε συνδυάζεται με το μάγκικο είτε μας παραπέμπει στο κανταδόρικο στοιχείο. Αυτό είναι το είδος ερμηνείας που συναντάμε κυρίως σε τραγούδια νεώτερων συνθετών, όπως τα ‘Όταν Χορεύεις Μάτια μου’, ‘Η Μολυβιά’ και ‘Την Βαρέθηκε η ψυχή μου’. Η μουσική του πρώτου τραγουδιού ανήκει στον Χρήστο Νικολόπουλο και είχα την εντύπωση πως το ίδιο ίσχυε και γι’ αυτή του τραγουδιού ‘Η Μολυβιά’. Όμως πληροφορήθηκα ότι σε αυτό το τραγούδι η σύνθεση είναι του βιολιτζή Λευτέρη Ζέρβα. Σε σχέση τώρα με το ‘Την Βαρέθηκε η Ψυχή μου’, πρόκειται για σύνθεση του Αντώνη Βαρδή. Όσον αφορά τους στίχους στα συγκεκριμένα τραγούδια, στο πρώτο γράφτηκαν από τον Λευτέρη Χαψιάδη ενώ στα άλλα δύο από τον Ανδρέα Σπυρόπουλο.
Κλείνοντας, θα ήθελα να προσθέσω ότι, μελετώντας την καλλιτεχνική πορεία του Αγγελόπουλου, διαπιστώνει κανείς πως τα χαρακτηριστικά που έγιναν εμφανή στις ερμηνείες του τα τελευταία χρόνια, αποκαλύπτονται και σε παλαιότερες ηχογραφήσεις που έκανε ο καλλιτέχνης. Δηλαδή σε εκείνες που πραγματοποιήθηκαν πολύ πριν ο Αγγελόπουλος γίνει ευρύτερα γνωστός με το είδος των ερμηνειών που αρχικά αναφέρθηκαν. Τυπικά παραδείγματα αυτής της περιόδου αποτελούν τα τραγούδια: ‘Κελί Βαρύ και Σκοτεινό’ και ‘Οι Νέοι Μάγκες,’ του Γιώργου Λαύκα, ‘Το Ακρωτήρι’ και ‘Κίνδυνος – Θάνατος’ του Μανόλη Χιώτη και ‘Με λουλούδια Κόκκινα’ του Βασίλη Καραπατάκη. Τραγούδι του Βασίλη Καραπατάκη, το ’Όταν Κοιμάται ο Δυστυχής, ερμήνευσε ο Μανόλης Αγγελόπουλος σε νεώτερη παραλλαγή και αργότερα στη σταδιοδρομία του, τότε που είχε πλέον υιοθετήσει το ερμηνευτικό ύφος που όλοι γνωρίζουμε. Συγκεκριμένα, αυτό έγινε το 1961, δυο χρόνια μετά από την ερμηνεία του τραγουδιού 'Οι Νέοι Μάγκες' του Λαύκα.

Π. Σκούρτης
12 - 5 -2011

27 Φεβ 2011

Θες παραμάνα να γινώ

Ρυθμός: Ζεϊμπέκικο

Μου λες πως τώρα που άρχισες
Κι εσύ πια να δουλεύεις
Θες παραμάνα να γινώ
Μα σκέψου τι γυρεύεις

Βάλε στο νου σου, το παιδί
Με μένα τι θα μάθει!
Κι όποιος τ’ ακούσει, πρόσεξε
Την πλάκα του μην πάθει

Άμα γυναίκα ο πιτσιρής
Ρεμπέτης θα μας γίνει
Μην πιάσεις τα παράπονα
Μη μου ζητάς ευθύνη

Δεν θα φταίω αν καμμιά φορά
Ζητήσεις τραγουδάκι
Και «ΤΟ ΡΑΔΙΚΙ» θα σου πει
Κι όχι «ΤΟ ΚΟΥΝΕΛΑΚΙ»

Στίχοι: Π. Σκούρτης
Μουσική, τραγούδι: Νικόλας Βέττας

Σημείωση: Οι στίχοι γράφτηκαν στις 8/10/2008 και μελοποιήθηκαν στις αρχές του 2011.


17 Φεβ 2011

ΚΑΔΙΩ ΚΟΛΥΜΒΑ

΄ΡΟΤΑ ΠΕΡ ΟΣΤΡΙΑ'

ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΖΕΙ Ο ΤΡΟΠΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΚΡΑΤΙΕΤΑΙ ΑΜΕΙΩΤΟ ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΤΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ Σ’ ΑΥΤΟ ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Η συγγραφέας Καδιώ Κολύμβα είναι μια εξαιρετικά ταλαντούχα λογοτέχνιδα. Όμως, από τα στοιχεία που δημοσιεύονται στο τέλος της έκδοσης του νέου μυθιστορήματός της ‘Ρότα Περ Όστρια’, δυστυχώς δεν μαθαίνουμε πολλά. Πληροφορούμαστε μόνο πως εκτός από πρωτότυπα έργα, έχει στο ενεργητικό της μεταφράσεις Ξένης Πεζογραφίας και Ποίησης.
Το μυθιστόρημα ‘Ρότα περ Όστρια’ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός και ο τίτλος του βιβλίου προέρχεται από την ορολογία των ναυτικών. Η λέξη ‘ρότα» είναι ιταλική και σημαίνει 'πορεία', ενώ το ‘περ Όστρια’ στην ίδια γλώσσα, σημαίνει ‘προς το νοτιά’. Με άλλα λόγια, ο τίτλος είναι χαρακτηριστικός της πορείας που διαγράφει το καράβι με το οποίο ταξιδεύει ο Δομινικανός μοναχός Ανσέλμος, Νούντσιος ή Λεγάτος του Πάπα, από τη Βενετία στις Ενετοκρατούμενες Κυκλάδες και συγκεκριμένα στη Σαντορίνη. Σκοπός της αποστολής του είναι να απαιτήσει την παραχώρηση στην Καθολική Εκκλησία εκκλησιαστικών περιουσιών και ναών που ανήκαν ακόμα στην Ορθόδοξη. Ωστόσο, στην πορεία των διαπραγματεύσεων με τους ντόπιους, η γνώμη του Ανσέλμου για τους Ορθόδοξους διαφοροποιείται τελείως από εκείνη που είχε σχηματίσει γι’ αυτούς στο παρελθόν μέσα από βιβλία και απόψεις των ομοθρήσκων του.
Ο τρόπος με τον οποίο η συγγραφέας κατορθώνει να κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη είναι εντυπωσιακός. Καθώς εξελίσσονται τα γεγονότα, υπάρχει διάχυτη η αίσθηση ότι η Κολύμβα χτίζει λιθαράκι - λιθαράκι την πλοκή μέχρι να φτάσει στο τελικό μήνυμα της ιστορίας. Όμως, αντίθετα απ’ ό,τι ίσως φαίνεται αρχικά, το μήνυμα αυτό δεν αφορά το κατά πόσον η μία θρησκεία υπερέχει έναντι της άλλης, αλλά μάλλον παραπέμπει στις διαφορές που παρουσιάζει η θεωρία από την πράξη. Με άλλα λόγια, στην πορεία, αυτό που αποκαλύπτεται είναι η διαφορετική αντίληψη που έχουν σχετικά με τη Θρησκεία οι δυο μοναχοί, ο Δομινικανός Ανσέλμος και ο Ορθόδοξος Κύριλλος. Κατά τη διάρκεια της διαμονής του στη Σαντορίνη, ο Λεγάτος του Πάπα διαπιστώνει ότι, στο μοναστήρι που ήταν, όχι μόνον δεν είχε την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά τα προβλήματα της κοινωνίας, αλλά ακόμα και το Δόγμα περιορίστηκε να το ‘μελετάει’ μόνο από τις Γραφές. Αντιθέτως, εξαιτίας των ειδικών συνθηκών που επικρατούν στο νησί, ο Κύριλλος παράλληλα με τις πρακτικές δοκιμασίες της μοναστικής ζωής, αναγκάζεται να μοιράζει το χρόνο του μεταξύ της αφοσίωσής του στο Θεό και της έγνοιας για την επίλυση των καθημερινών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι φτωχοί και απλοϊκοί συμπατριώτες του.

Π. Σκούρτης
29 - 1 -2011

1 Φεβ 2011

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΛΑΤΖΗΣ : Πρώτος Δίσκος

ΚΟΡΩΝΑ - ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Ένας Δίσκος Όπου το Λαϊκό Στοιχείο Συνδέει Αρμονικά Διαφορετικά Μουσικά Είδη


Όταν τα κομμάτια ενός και μοναδικού δίσκου έχουν επιρροές από διαφορετικά είδη μουσικής, σπανίως- κατά την προσωπική μου πάντα γνώμη- δένουν μεταξύ τους. Όμως, στον δίσκο ΚΟΡΩΝΑ - ΓΡΑΜΜΑΤΑ του πρωτοεμφανιζόμενου δημιουργού Δημήτρη Καλατζή, αυτή η σύνδεση μεταξύ των τραγουδιών, υπάρχει. Εδώ, χρησιμοποιήθηκε η λέξη δημιουργός και όχι συνθέτης, γιατί ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης εκτός από τη μουσική, έχει γράψει και τους στίχους των τραγουδιών του. Συμμετέχει επίσης ως μουσικός στην ορχήστρα παίζοντας κιθάρα, μπάσο και μπαγλαμά, αλλά και ως τραγουδιστής σε ορισμένα κομμάτια.
Ανεξάρτητα από το ποια είναι η βασική μελωδική τους γραμμή, όλα τα κομμάτια του προαναφερόμενου δίσκου συνδέονται μεταξύ τους με το λαϊκό στοιχείο. Για παράδειγμα, ενώ το τραγούδι που έδωσε τον τίτλο στον δίσκο, δηλαδή το ‘Κορώνα-Γράμματα’, είναι μια ροκ μπαλάντα, το λαϊκό ηχόχρωμα που δίνουν στην ερμηνεία τους ο βασικός συντελεστής αυτής της δουλειάς και η Ντένια Κουρούση, οι οποίοι αποδίδουν το συγκεκριμένο κομμάτι, καθόλου δεν ξενίζει τον ακροατή. Το τραγούδι ‘Παλεύω’ είναι επίσης μια ροκ μπαλάντα με έντονα όμως τα στοιχεία του ζεϊμπέκικου. Όσο για τα κομμάτια ‘Παραίσθηση’ και ‘Αχ Πότε’, που το μεν πρώτο είναι ζεϊμπέκικο και το δεύτερο τσιφτετέλι, παρότι τα αποδίδουν η Μαριώ και η Κατερίνα Τσιρίδου αντίστοιχα, δυο τραγουδίστριες κατεξοχήν λαϊκές, ακούγοντάς τα, ο ακροατής έχει την αίσθηση πως, τόσο ο στίχος όσο και οι ερμηνείες παραπέμπουν πιο πολύ στο έντεχνο λαϊκό τραγούδι παρά στο παραδοσιακό αστικολαϊκό - δηλαδή το Ρεμπέτικο - που κυρίως υπηρετούν οι εν λόγω καλλιτέχνιδες. Βέβαια υπάρχουν πολλοί που θα υποστηρίξουν πως οι παραπάνω χαρακτηρισμοί δεν είναι παρά ταμπέλες που δεν πρέπει να μπαίνουν. Όχι μόνο γιατί δεν είναι αναγκαίο να κατηγοριοποιούνται τα τραγούδια αλλά κι επειδή έτσι ο κάθε δημιουργός αισθάνεται ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο περιορίζεται ξ έμπνευσή του. Εντούτοις, πιστεύω πως υπάρχουν φορές, που οι αναφερόμενες έννοιες πρέπει να χρησιμοποιούνται αν μη τι άλλο για να εντοπίζονται οι διαφορές, έστω και μικρές, μεταξύ των συγκεκριμένων μουσικών ειδών. Λόγου χάρη, η μουσική μιας ροκ μπαλάντας είναι συχνά πολύ πιο ήπια από εκείνη σ’ ένα τυπικό ροκ κομμάτι. Παρομοίως, ο στίχος στο έντεχνο λαϊκό τραγούδι είναι πολύ πιο ποιητικός και η ερμηνεία πολύ πιο κανταδόρικη απ’ ό,τι στο αμιγώς λαϊκό τραγούδι.
Στη σειρά τραγουδιών ΚΟΡΩΝΑ - ΓΡΑΜΜΑΤΑ συμμετέχουν επίσης ως ερμηνευτές ο Λάμπρος Καρελάς, τραγουδιστής και ακορντεονίστας της πάλαι ποτέ «Οπισθοδρομικής Κομπανίας» και ο Νίκος Ζιώγαλας, ενώ τα κομμάτια με το πιο αντιπροσωπευτικό λαϊκό ύφος αποδίδει ο ερμηνευτής Μανόλης Τοπάλης. Ο δίσκος κυκλοφορεί από την εταιρία ΔΙΚΤΥΟ του Πάρη Μήτσου.
Τον Τοπάλη, που σύμφωνα με το περιοδικό ΛΑΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στη δεκαετία του ’50, εγώ τον είχα πρωτακούσει σε δυο τραγούδια που περιλαμβάνονταν σ’ ένα δίσκο με τίτλο ΔΕΚΑΤΕΣΣΕΡΑ ΚΑΥΤΑ ΤΣΙΦΤΕΤΕΛΙΑ, και ήταν συνθέσεις του Νίκου Καρανικόλα. Τα τραγούδια αυτά τιτλοφορούνταν ‘Σα δεν Ντρέπεσαι’ κι ‘Απόψε θα Ξημερωθώ’. Τους στίχους είχαν γράψει ο Κώστας Σιμόπουλος και ο Βαγγέλης Ζολωτάκης αντίστοιχα. Τότε δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία, αλλά φαίνεται πως ο Τοπάλης ανήκει στους καλλιτέχνες που με τα χρόνια η ερμηνεία τους αντί να αλλοιώνεται γίνεται δυναμικότερη. Ας ελπίσουμε ότι η επανένταξή του στη δισκογραφία δεν θα είναι παροδική, όπως δυστυχώς συμβαίνει στις μέρες μας με τις επανεμφανίσεις πολλών καλλιτεχνών παλιότερων χρόνων. Και φαίνεται ότι η ευχή μας αυτή μάλλον θα πιάσει, αφού ο Τοπάλης ετοιμάζει και προσωπικό δίσκο σε μουσική του σολίστα στο μπουζούκι Χρίστου Ολύμπιου. Σύμφωνα και πάλι με το περιοδικό ΛΑΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ θα πρόκειται για αμιγώς λαϊκά κομμάτια, παρότι ο Ολύμπιος είναι ένας μπουζουξής που συνεργάζεται με την Άννα Βύσση.

Π. Σκούρτης
21/1/2010