8 Ιουν 2015

ΜΑΚΗΣ ΜΑΤΣΑΣ

ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΡΚΙΖΑ: ΜΑΚΗΣ ΜΑΤΣΑΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟΛΜΗΜΑΤΑ

Παρασυρμένοι από την καθημερινότητα, είναι συνηθισμένο να μην αποδίδουμε σε κάποια γεγονότα την απαιτούμενη σημασία και να τα ξεπερνάμε. Όσο όμως απομακρυνόμαστε από παλιότερες εποχές και οι άνθρωποι που τα βίωσαν είτε αποσύρονται από την ενεργό δράση είτε φεύγουν από τη ζωή, είναι πολύ σημαντικό αυτές οι μαρτυρίες να καταγράφονται. Και τούτο όχι απλώς γιατί όσα σημαντικά συνέβησαν στο άμεσο παρελθόν γίνονται πλέον μέρος από τις μνήμες μας και είμαστε συναισθηματικά δεμένοι με αυτά, αλλά και για το λόγο ότι έχουν ως κάποιο βαθμό σημαδέψει τη ζωή μας. Αξίζει λοιπόν να τα μεταλαμπαδεύσουμε και στις επόμενες γενιές. Αναμφίβολα, ανάμεσα στα άλλα βιώματα και στις τόσες μνήμες σημαντικό ρόλο σε κάθε εποχή παίζει και η μουσική: μουσικά δρώμενα, ακούσματα, και συνθήκες ηχογράφησης και κυκλοφορίας τραγουδιών που κατά κάποιον τρόπο φορτίζουν συναισθηματικά την κάθε γενιά, μη εξαιρουμένων και των γενεών που αφήσαμε πίσω  μας.
Πριν από κάποια χρόνια ο ερευνητής στο χώρο της μουσικής - και ιδιαίτερα του Ρεμπέτικου – Παναγιώτης Κουνάδης έγραψε ένα βιβλίο-ντοκουμέντο για τον θρυλικό παραγωγό δίσκων και εταιριάρχη Μίνω Μάτσα. Το πόνημα αυτό που κυκλοφόρησε το 2007 από τις  εκδόσεις ΚΑΤΑΡΤΙ, επιγράφεται «Ο ΑΙΝΙΓΜΑΤΙΚΟΣ ΚΥΡΙΟΣ ΜΙΝΩΣ». Πρόσφατα κυκλοφόρησε και ένα βιβλίο του Μάκη Μάτσα - γιου του Μίνωος ή Μίνου – με τίτλο «ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΡΚΙΖΑ», από τις εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ, όπου καταγράφονται μνήμες από την εποχή του Μίνου Μάτσα - πατέρα του συγγραφέα - καθώς και γεγονότα από την πορεία του ίδιου του Μάκη στον χώρο της δισκογραφίας. Επιπλέον στο προαναφερόμενο βιβλίο καταγράφονται και ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή της οικογένειας, όπως για παράδειγμα ο διωγμός που βίωσαν από τους Γερμανούς λόγω της Εβραϊκής καταγωγής τους.
Εδώ, πιστεύω ότι πρέπει να κάνω κάποιες επισημάνσεις σχετικά με τα πραγματικά ονόματα των μελών της οικογένειας, καθώς κι’ αυτά που κατ’ ανάγκην υιοθέτησαν προκειμένου να αποκρύψουν την καταγωγή τους για να γλυτώσουν από τους κατακτητές.  Σύμφωνα με τις σημειώσεις που υπάρχουν στο βιβλίο του Κώστα Χατζηδουλή  «ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ Η ΖΩΗ ΜΟΥ, ΤΟ ΕΡΓΟ ΜΟΥ», το κανονικό όνομα του διευθύνοντα των εταιριών ODEON-PARLOPHONE - παρότι όλοι τον γνωρίζαμε ως Μίνω - αναφέρεται ως Αβραάμ Μάτσας. Ως Μίνως καταγράφεται και στο βιβλίο του γιού του που προαναφέραμε καθώς και σε μία πλατεία στα Γιάννενα που έχει αφιερωθεί στη μνήμη του και ονομάζεται Πλατεία Μίνωος Σ. Μάτσα.  Επίσης, το όνομα που χρησιμοποιούσε στην κατοχή ήταν Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος. Όσο για το αληθινό όνομα του Μάκη είναι Σαμουήλ, όμως το υποκοριστικό Μάκης βγαίνει από το Γεράσιμος, όνομα που του είχε δοθεί προκειμένου να μην αποκαλύπτεται η καταγωγή και το θρήσκευμά του.
Στο βιβλίο «ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΡΚΙΖΑ» του Μάκη Μάτσα και συγκεκριμένα στην ενότητα που έχει τίτλο  ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ, ο συγγραφέας επιβεβαιώνει πολλές από τις λεπτομέρειες που αναφέρονται για τον πατέρα του στο πόνημα  του Κουνάδη. Για παράδειγμα, μας λέει ότι ο Μίνως, εκτός από μουσικός παραγωγός, ήταν και στιχουργός. Κάποιοι από τους στίχους του που μελοποιήθηκαν, κυκλοφόρησαν με το όνομά του, όμως, τους περισσότερους τους χάριζε σε φίλους και συνεργάτες του. Μάλιστα ο Μάκης μας μας δίνει την πρόσθετη πληροφορία ότι ο λόγος που το έκανε αυτό ο πατέρας του ήταν γιατί δεν ήθελε να πιστεύουν οι στιχουργοί πως τους ανταγωνίζεται κι’ ανακατεύεται στα χωράφια τους. Κάποια από τα ονόματα με τα οποία κυκλοφόρησαν στίχοι του Μίνου ήσαν Π. Οικονόμου, Μ. Μαργαρίτης, Μ. Σαλαχώρας κ.ά.
Σε προηγούμενο άρθρο μου, αφιερωμένο σε πρόσωπα που διακρίθηκαν παλιότερα στον χώρο της δισκογραφίας – εταιριάρχες – είχα γράψει ότι η ΜΙΝΩΣ ΜΑΤΣΑΣ ΚΑΙ ΥΙΟΣ ήταν αποτέλεσμα συγχώνευσης των εταιριών ODEON PARLOPHONE, οι οποίες ανήκαν στον Μίνω. Ωστόσο, δεν έχουν ακριβώς έτσι τα πράγματα. Κατά τον πρώτο καιρό της δημιουργίας της η ΜΙΝΩΣ ΜΑΤΣΑΣ ΚΑΙ ΥΙΟΣ είναι μια καινούργια εταιρία που ιδρύθηκε από τον Μάκη Μάτσα και τον πατέρα του. Η καινούργια εταιρία που δημιουργήθηκε, ανέλαβε να διευθετήσει κάποια χρέη της ODEON προς την COLUMBIA.  Τα χρέη αυτά της ODEON προήλθαν από το γεγονός ότι, την προ ΜΙΝΩΣ εποχή, η  COLUMBIA ήταν η μόνη εταιρία που είχε εργοστάσιο κοπής δίσκων στην Ελλάδα, οπότε και οι δίσκοι που εκδίδονταν στην ODEON PARLOPHONE, αναγκαστικά, τυπώνονταν στην COLUMBIA. Έτσι ήρθε κάποια στιγμή που ο Μάτσας αδυνατούσε να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του – δεν είχε χρήματα για  να πληρώσει ούτε τους υπαλλήλους του- με αποτέλεσμα να σταματήσει ακόμα και η διανομή δίσκων.  Επειδή όμως μέχρι να ορθοποδήσει, η νεοσύστατη εταιρία χρησιμοποιούσε και τα σήματα ODEON και PARLOPHONE, έγινε αρχικά γνωστή ως ΜΙΝΩΣ ΜΑΤΣΑΣ- PARLOPHONE. Στη συνέχεια, αναγνωρίζεται ως ΜΙΝΩΣ ΜΑΤΣΑΣ ΚΑΙ ΥΙΟΣ, μετέπειτα σκέτο ΜΙΝΩΣ και τώρα - που πλέον έχει συγχωνευτεί με την αγγλική ΕΜΙ -, ονομάζεται ΜΙΝΩΣ-ΕΜΙ.  Εδώ, θα πρέπει να αναφερθεί ότι η ΜΙΝΩΣ είναι από τις λίγες δισκογραφικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα που, όταν συγχωνεύτηκε με εταιρία του εξωτερικού, ζητήθηκε από  τους ξένους εταίρους να παραμείνει στην καινούργια επωνυμία, ως συνθετικό, και το παλιό όνομα της εταιρίας.
Το σήμα ΜΙΝΩΣ εμφανίζεται για πρώτη φορά  στο δίσκο Ο ΣΤΑΘΜΟΣ, σε μουσική Μάνου Λοϊζου. Κάποια  χρόνια αργότερα ο δίσκος ΤΑ 18 ΛΙΑΝΟΤΡΑΓΟΥΔΑ σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη, γίνεται αφορμή για τον Μάκη Μάτσα να ιδρύσει νέο εργοστάσιο κοπής δίσκων στην Ελλάδα, την FABEL SOUND. Ο νεότερος  εταιριάρχης, κατά κάποιον τρόπο, αναγκάζεται να προβεί σ’ αυτήν την ενέργεια δεδομένου ότι εκείνη την περίοδο ο Τάκης Β. Λαμπρόπουλος έχει αποσυρθεί από την ενεργό δράση και οι Άγγλοι, στους οποίους ανήκει πλέον η COLUMBIA, βρίσκουν την ευκαιρία να μπλοκάρουν την διανομή στην εταιρία του Μάκη Μάτσα δίσκων του Θεοδωράκη.
Διαβάζοντας  το βιβλίο του Μάκη Μάτσα ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι παλιότερα, οι ιθύνοντες στη δισκογραφία – όπως άλλωστε και σε πολλούς άλλους τομείς – δεν ήσαν απλώς επιχειρηματίες, δηλαδή άνθρωποι που καταλάμβαναν μια καρέκλα και ενδιαφέρονταν μόνο για το κέρδος, αλλά είχαν επίσης όραμα και μεράκι για τη δουλειά τους. Ήσαν «παραγωγοί» με την ευρύτερη σημασία της λέξης. Κοντολογίς, παρήγαγαν έργο, έκαναν προτάσεις, επιδίδονταν σε τολμήματα. ΄Ετσι τους βλέπουμε να διαθέτουν εκτός από επιχειρησιακή εμπειρία και μεγάλη διαίσθηση. Τους παρακολουθούμε να  καιροφυλακτούν, να ψυλλιάζονται και να πιάνουν τις ευκαιρίες πριν επωφεληθεί από αυτές  ο αντίπαλος. Κι’ αυτό είναι φανερό καθ’ όλη τη ροή της ιστορίας, διάχυτο σε όλο το χρονικό της εποχής.
Το 1933, ο Νίκος Χατζηαποστόλου, δημοφιλής συνθέτης από το χώρο  του μουσικού είδους που  εγώ ονομάζω Ελληνικό Τραγούδι Ευρωπαϊκού Ύφους, αλλά είναι ευρύτερα γνωστό ως Ελαφρό Τραγούδι,  προειδοποιεί τον Μίνω πως αν δεχτεί να ηχογραφηθούν στην ODEON-PARLOPHONE τραγούδια του Μάρκου Βαμβακάρη, αυτός θα διακόψει την συνεργασία του με την εταιρία. Όμως ο Μίνως, παρότι εκείνη την εποχή βρίσκεται μόλις στο ξεκίνημά του, αγνοεί την απειλή. Εντάσσει στο δυναμικό της εταιρίας του τον Μάρκο που παρεμπιπτόντως, είχε κάνει προηγουμένως μια αποτυχημένη απόπειρα να συνεργαστεί με την COLUMBIA. Παρομοίως, αρκετά χρόνια αργότερα, ο Μάκης Μάτσας - που στην ηλικία των 20 χρόνων του έχει ιδρύσει με τον πατέρα του την καινούργια εταιρία – επωφελείται από κάποιες, άστοχες κατά τη γνώμη του, κινήσεις της αντιπάλου και βγάζει τις πρώτες επιτυχίες. Το γεγονός ότι οι πρώτες επιτυχίες της ΜΙΝΩΣ ΜΑΤΣΑΣ ΚΑΙ ΥΙΟΣ είναι δημιουργίες που προηγουμένως κυκλοφόρησαν από ανταγωνίστρια εταιρία έχει, νομίζω, ιδιαίτερη σημασία.
Η ιστορία έχει ως εξής: Η ΜΙΝΩΣ ΜΑΤΣΑΣ ΚΑΙ ΥΙΟΣ ιδρύεται το 1960 και οι πρώτες επιτυχίες της εταιρίας εμφανίζονται κατά την περίοδο 62-63. Το 1962 η COLUMBIA κυκλοφορεί τη σύνθεση του Απόστολου Καλδάρα «Ανεβαίνω Σκαλοπάτια» με ερμηνευτή τον Αντώνη Ρεπάνη. Ο Μάκης Μάτσας, κρίνοντας ότι ο Αντώνης Ρεπάνης είναι περισσότερο συνθέτης παρά ερμηνευτής, ηχογραφεί το ίδιο τραγούδι με ερμηνευτή τον Βαγγέλη Περπινιάδη. Ένα χρόνο αργότερα, κάτω από περίπου ανάλογες συνθήκες, ηχογραφείται στην ίδια εταιρία και το τραγούδι «Άπονη Ζωή», σύνθεση του πρωτοεμφανιζόμενου τότε Σταύρου Ξαρχάκου με ερμηνευτή τον Στέλλιο Καζαντζίδη. Εδώ ο Μάκης Μάτσας εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι στο δίσκο που έχει κυκλοφορήσει από την COLUMBIA με ερμηνευτή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, δεν περιλαμβάνεται το όνομα του στιχουργού – επίσης τότε πρωτοεμφανιζόμενου – Λευτέρη Παπαδόπουλου. Με την ευκαιρία να σημειώσουμε ότι ο Λευτέρης Παπαδόπουλος – τον οποίον έκτοτε συνδέει με τον Μάκη μια στενή φιλία – είναι αυτός που υπογράφει τον κυρίως πρόλογο στο βιβλίο που εδώ σχολιάζεται. 
Σκόπιμο είναι επίσης να αναφερθούμε ακόμα σε μια λάθος κίνηση της αντίπαλης εταιρίας από την οποία επωφελήθηκε ο Μάκης Μάτσας. Θέλοντας να δώσει περισσότερη ώθηση στο Έντεχνο Λαϊκό Τραγούδι, ο Τάκης Β. Λαμπρόπουλος, της COLUMBIA, παραμέλησε όλους σχεδόν τους καλλιτέχνες που εκπροσωπούσαν το κατεξοχήν Λαϊκό. Έτσι ο γιος του Μίνου άδραξε την ευκαιρία και τους συγκέντρωσε στη δική του εταιρία. Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η ιστορία  που αφορά την πρώτη εμφάνιση του Γιώργου Νταλάρα στη δισκογραφία. Ίσως ο Νταλάρας να μην είχε τραγουδήσει ποτέ, αν ο Μάκης δεν είχε διακρίνει ότι αυτός ο νεαρός κιθαρίστας διέθετε και φωνητικά προσόντα. Όταν η Καίτη Γκρέϋ πρότεινε στον εταιριάρχη να πάει σ’ ένα μαγαζί για να ακούσει κάποιον τραγουδιστή που της άρεσε πολύ, είχε κατά νου τον Γιάννη Ντουνιά. Στην ορχήστρα που συνόδευε τους τραγουδιστές έπαιζε κιθάρα ο Γιώργος Νταλάρας. Περιστασιακά όμως, έλεγε και κάποια τραγούδια. Κι’ έτσι λοιπόν ήταν που τον ανακάλυψε ο Μάκης και  αποφάσισε να τον προωθήσει.
Θεωρώ πως εδώ αξίζει να αναφερθώ και σε κάποια άλλα τολμήματα, τα οποία επίσης χαρακτηρίζουν το νεότερο Μάτσα. Η πρώτη ηχογράφηση του μουσικού έργου ΤΑ 18 ΛΙΑΝΟΤΡΑΓΟΥΔΑ, το οποίο συνέθεσε ο Μίκης Θεοδωράκης πάνω σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου, έγινε στο Παρίσι με ερμηνευτή τον Πέτρο Πανδή. Το 1973 ο Μάκης Μάτσας είναι αποφασισμένος να βγάλει αυτό το μουσικό έργο του Θεοδωράκη με τον Γιώργο Νταλάρα, παρότι  βρισκόμαστε στον έβδομο χρόνο της Απριλιανής Δικτατορίας. Πείθει λοιπόν τους Συνταγματάρχες ότι, απαγορεύοντας συνολικά τη μουσική του Θεοδωράκη, το μόνο που καταφέρνουν είναι να κάνουν αυτόν τον συνθέτη όλο και περισσότερο αγαπητό. Έτσι κατορθώνει να πάρει την άδεια να ηχογραφήσει το δίσκο. Παρά την άδεια όμως, ο κίνδυνος παραμονεύει. Γι’ αυτό η δουλειά γίνεται σε νυχτερινές ώρες, με χίλιες προφυλάξεις για το φόβο «καρφώματος». Σε αυτή την ηχογράφηση διευθυντής ορχήστρας είναι ο μαέστρος Γιάννης Διδύλης. Ωστόσο, ο δίσκος δεν κυκλοφορεί την συγκεκριμένη χρονιά αλλά την επόμενη. Γιατί η μέρα που βγήκαν οι πωλητές της εταιρίας στο δρόμο για να πληροφορήσουν το κοινό για την κυκλοφορία και να παρουσιάσουν και δείγματα του δίσκου, ήταν η 15η Νοεμβρίου. Δυο μέρες μετά έγιναν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου.
Ένα άλλο περιστατικό που αποκαλύπτει την τόλμη που διέκρινε τον Μάκη Μάτσα καταγράφεται στην ιστορία που σχετίζεται  με τον απόντα πλέον από τη ζωή Μάριο Τόκα. Για πολλά χρόνια ήθελε ο εν λόγω καλλιτέχνης να συνεργαστεί με την ΜΙΝΩΣ, πλην όμως αυτή η συνεργασία δεν προέκυπτε. Όταν το 1987 ο συνθέτης παρουσίασε στην εταιρία τα  τραγούδια του δίσκου του ΣΤΗ ΛΕΩΦΟΡΟ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ, και πάλι, αν δεν συνέβαλε ο Μάκης Μάτσας με την εφευρετικότητά του, αυτή η συνεργασία δεν θα είχε φτάσει σε αίσιον τέλος. Διαπιστώθηκε ότι η ποίηση του Αραγκόν, στην οποία βασίζονταν οι συνθέσεις, ήταν πολύ ελεύθερη και ο στίχος δεν μπορούσε να δέσει ομαλά με τις μελωδίες. Τότε λοιπόν ο δαιμόνιος εταιριάρχης είχε την φαεινή ιδέα να διασκευάσουν τους στίχους έτσι ώστε να γίνουν πιο «τραγουδιστικοί». Γι’ αυτή τη διαδικασία δούλεψαν ο στιχουργός και φιλόλογος Ανδρέας Νεοφυτίδης, ο παραγωγός της εταιρίας Αχιλλέας Θεοφίλου, αλλά και ο Γιάννης Πάριος - ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, εκτός από ερμηνευτής είναι και αξιοπρόσεχτος στιχουργός. ΣΤΗ ΛΕΩΦΟΡΟ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ εκτός από τον Γιάννη Πάριο, τραγουδούν η Χαρούλα Αλεξίου, η Δήμητρα Γαλάνη και ο Διονύσης Θεοδόσης - πρωτοεμφανιζόμενος τότε ερμηνευτής, ο οποίος έφυγε πρόωρα  από τη ζωή.
Εκτός όμως από τις τολμηρές αποφάσεις που κατά καιρούς ανέδειξαν τον Μάκη Μάτσα, δεν έλειψαν και οι πρωτότυπες προτάσεις που έκανε στους συνεργάτες του και οι οποίες, όπως αποδείχτηκε,  κατέληγαν σε αμοιβαίο συμφέρον. Το τραγούδι «Ο ουρανός φεύγει βαρύς», σύνθεση του Σταύρου Κουγιουμτζή, έγινε βέβαια γνωστό  με την ερμηνεία του Γιώργου Νταλάρα, αλλά αυτή η ηχογράφηση δεν ήταν η αρχική. Είχε πρωτοκυκλοφορήσει από την εταιρία LYRA του Αλέκου Πατσιφά με ερμηνευτή τον Φώτη Δήμα. Επειδή όμως αυτός ο τραγουδιστής βρισκόταν στο τελευταίο στάδιο της καριέρας του, η ηχογράφηση δεν ήταν ποιοτική. Έτσι ο Μάκης Μάτσας πρότεινε στον Κουγιουμτζή να το ηχογραφήσει στη ΜΙΝΩΣ με τον Νταλάρα. Χαρακτηριστική είναι επίσης η ιστορία που σχετίζεται με το τραγούδι «Ο Σταμούλης ο Λοχίας». Όταν ο Γιώργος  Κατσαρός παρουσίασε στην εταιρία αυτή τη σύνθεσή του - σε στίχους Πυθαγόρα – το τραγούδι ήταν ζεϊμπέκικο. Όμως ο Μάκης διέκρινε  πως η μελωδία κράταγε πίσω τον στίχο και δεν τον άφηνε να αναδειχτεί. Πρότεινε λοιπόν στον Κατσαρό ν’ αλλάξει τη μελωδία και να την μετατρέψει σε ρυθμό χασάπικο, όπερ και έγινε και ανέδειξε το τραγούδι σε επιτυχία. Μια ανάλογη παρέμβαση έκανε ο παραγωγός σε κάποια σύνθεση του Αλέκου Χρυσοβέργη σε στίχους Σπύρου Γιατρά που τραγούδησε ο Γιάννης Πάριος. Ο τίτλος καθώς και ένας στίχος του τραγουδιού έλεγε: Αν δεν είχα τη μάνα μου. Ο εταιριάρχης θεώρησε – και κατά  την προσωπική μου γνώμη είχε δίκιο -, ότι ο τίτλος θα έπρεπε να είναι πιο γενικός αν ήθελαν το τραγούδι να γίνει επιτυχία. Άλλαξαν λοιπόν τον στίχο  καθώς και τον τίτλο του τραγουδιού που έγινε «Αν δεν είχα κι’ εσένανε».
Ξεχωριστή θέση στο βιβλίο του Μάκη Μάτσα κατέχει η εξιστόρηση της περιπετειώδους συνεργασίας του εταιριάρχη με τον Στέλλιο Καζαντζίδη. Απ’ ότι φαίνεται, ο λόγος που  ο  συγγραφέας  θέλησε να θίξει αυτό το ζήτημα  δεν ήταν μόνο για να καταγράψει  την οπτική  της εταιρίας του σχετικά με το θέμα, αλλά και για να βγάλει  από  μέσα  του  όλες  τις  τραυματικές  εμπειρίες  που  διατείνεται ότι βίωσε εξαιτίας αυτής  της  υπόθεσης.  Ωστόσο, παρά τα ντοκουμέντα που υπάρχουν στο βιβλίο και τεκμηριώνουν τους ισχυρισμούς του, προσωπικά  δεν  μπορώ  να  πάρω  θέση για μια ιστορία που αφορά κάποιον ο οποίος δεν βρίσκεται πια ανάμεσά μας. Απλώς θα αναφέρω ότι η ιστορία με το γνωστό πολυσυζητημένο συμβόλαιο αποτελεί μόνον την κορυφή του παγόβουνου. Στη συγκεκριμένη συνεργασία υπήρξαν και πριν από αυτό πολλά άλλα προβλήματα.
Επιπλέον, στο εν λόγω σημείο, θα ήθελα ν’ αναφερθώ σε ακόμα μία προσωπική μου ένσταση. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης δημιουργείται η αίσθηση ότι ο Μάκης Μάτσας είναι ένας πολύ ευθύς και ντόμπρος άνθρωπος. Βρίσκω βέβαια πολύ φυσικό να προβάλει πιο πολύ τα γεγονότα της δισκογραφίας στα οποία συνέβαλε  περισσότερο η δική του εταιρία παρά η αντίπαλη. Εντούτοις μέσα σε μια αφήγηση που χαρακτηρίζεται από ντομπροσύνη, φαίνεται παράταιρο να υποβαθμίζεται η συμβολή της COLUMBIA σε σχέση με την επαναφορά του Μάρκου στη δισκογραφία. Και μάλιστα όταν είναι σε όλους γνωστό πόσο σημαντικό ρόλο γι’ αυτή την επαναφορά έπαιξε ο Βασίλης Τσιτσάνης που ήταν τότε καλλιτεχνικός διευθυντής της COLUMBIA και τον οποίο ο συγγραφέας φαίνεται πως εκτιμούσε ιδιαίτερα.
Πέρα από  το  ενδιαφέρον  το  οποίο  παρουσιάζουν  αυτές  καθαυτές  οι  ιστορίες  που  καταγράφονται  στο  βιβλίο,  τολμώ  να  πω  ότι  ο  Μάκης  Μάτσας, εκτός των άλλων χαρισμάτων,   διαθέτει και συγγραφικό  ταλέντο.  Υποστηρίζω  κάτι  τέτοιο  για δύο λόγους. Αφενός, για τον τρόπο που  χειρίζεται κάποια  θέματα  με  τα  οποία  καταπιάνεται: δεν  τα  εξαντλεί  αμέσως, αλλά  πολύ  αργότερα, στην πορεία της αφήγησης. Κι’ αυτό το καταφέρνει με  τις  αλλεπάλληλες  ματιές  που  ρίχνει από  το  παρόν  στο  παρελθόν   και  αντίστροφα.  Αφετέρου, γιατί κατορθώνει να κρατάει τον αναγνώστη σε συνεχή εγρήγορση  και αγωνία, παρότι  πρόκειται  για  ένα  βιβλίο  που  δεν  είναι  μυθιστόρημα  αλλά μαρτυρία.
Κλείνοντας, θέλω να αναφερθώ και στο DVD που περιλαμβάνεται σ’ αυτή την όμορφη και περιποιημένη έκδοση. Εκεί ακούει κανείς ζωντανά αφηγήσεις πολλών από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο βιβλίο, καθώς και του συγγραφέα. Οι ζωντανές μαρτυρίες είναι συνδεδεμένες με τέτοιον τρόπο μεταξύ τους ώστε να συνθέτουν κι’ αυτές τη δική τους ιστορία. Είναι δε τόσο γλαφυρές που ο ακροατής-θεατής δεν χορταίνει να τις ακούει και να τις ξανακούει.

Π. Σκούρτης

25.5.2015

Δεν υπάρχουν σχόλια: