30 Μαΐ 2010

ΦΑΝΕΡΑ ΜΥΣΤΙΚΑ: ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗ

Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗ ΞΑΝΑΒΡΙΣΚΕΙ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΜΕΛΩΔΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ
ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΣΕ ΣΥΝΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΚΟΡΚΟΛΗ

Η Άλκηστις Πρωτοψάλτη ξεκίνησε τη σταδιοδρομία της στη δεκαετία του ’70 από το χώρο του Τραγουδιού που χαρακτηρίζαμε ως Έντεχνο Λαϊκό. Εκείνη την εποχή η αναφερόμενη ερμηνεύτρια απέδιδε, με μια ξεχωριστή μελωδικότητα, κυρίως συνθέσεις του Ηλία Ανδριόπουλου. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, αν και δεν θα λέγαμε ότι αυτή η φωνή έχει χάσει την εκφραστικότητά της, στην μελωδικότητα που τη διέκρινε έχει προστεθεί και κάποια τραχύτητα.
Όταν όμως η Πρωτοψάλτη καλείται να αποδώσει συνθέσεις του Στέφανου Κορκολή, η φωνή της ξαναβρίσκει την παλιά της μουσικότητα και γλύκα. Αυτό το διαπιστώνει κανείς ακούγοντας την εν λόγω ερμηνεύτρια να αποδίδει τραγούδια του συνθέτη όχι μόνον στον καινούργιο της δίσκο ΦΑΝΕΡΑ ΜΥΣΤΙΚΑ, αλλά και στην παλιότερη συνεργασία Κορκολή – Πρωτοψάλτη όπου περιλαμβάνεται το τραγούδι ‘Ο Άγγελός μου’, το οποίο ερμηνεύει με ιδιαίτερη ευαισθησία . Με την ευκαιρία αυτή πρέπει να πούμε ότι το συγκεκριμένο τραγούδι ,εκτός από εμπορική, είχε και μεγάλη καλλιτεχνική επιτυχία.
Παρενθετικά επίσης να αναφέρουμε ότι ο Στέφανος Κορκολής, ως γνωστόν, ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως συνθέτης από το χώρο της σύγχρονης ή όπως θα λέγαμε σήμερα, της μοντέρνας μουσικής. Παρόλ’ αυτά στον δίσκο του με τραγούδια για τη φωνή του Δημήτρη Μητροπάνου και τίτλο ΠΕΣ ΜΟΥ τ’ ΑΛΗΘΙΝΑ ΣΟΥ, απέδειξε πως μπορεί να συνθέσει και γνήσια ζεϊμπέκικα, όπως είναι το κομμάτι ‘Στο Δρόμο που Μαχαίρωσαν τη Στέλλα’, σε στίχους του Νίκου Μωραΐτη. Η Άλκηστις Πρωτοψάλτη επίσης δεν είναι αμιγώς λαϊκή τραγουδίστρια. Και όμως, όσον αφορά το ζεϊμπέκικο ‘Τελειώσαμε’ που περιλαμβάνεται στον καινούργιο της δίσκο, η ερμηνεία της είναι ικανοποιητική. Πιστεύω πος θα μπορούσε να είναι πολύ καλλίτερη αν κατά την απόδοση του τραγουδιού το μπουζούκι είχε κυρίαρχο ρόλο στην ορχήστρα. Εδώ, μπουζούκι παίζει ο δεξιοτέχνης σολίστας Μανόλης Καραντίνης, ενώ οι στίχοι είναι της Ρεβέκκας Ρούσση.
Όταν άκουσα την Πρωτοψάλτη να αποδίδει το τραγούδι ‘Η Αγάπη που Πάει’ από τον δίσκο ΦΑΝΕΡΑ ΜΥΣΤΙΚΑ σε στίχους και πάλι του Νίκου Μωραΐτη, από την πρώτη στιγμή συνειδητοποίησα ότι υπερείχε σημαντικά, τόσο σε μελωδικότητα και ερμηνεία όσο και σε στίχο, από τα τραγούδια στα οποία μας είχε συνηθίσει τον τελευταίο καιρό η ερμηνεύτρια. Το κομμάτι αυτό η Άλκηστις το ερμηνεύει μαζί με τον συνθέτη του, Στέφανο Κορκολή. Σε παρουσίαση αυτού του δίσκου, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Τηλεθεατής, δίνεται η εντύπωση πως όλα τα τραγούδια είναι συνθέσεις του Κορκολή. Εντούτοις, περιλαμβάνονται και τέσσερα τραγούδια που είναι συνθέσεις δύο αλλοδαπών και δύο πρωτοεμφανιζόμενων Ελλήνων δημιουργών. Οι δυο πρώτοι είναι οι Nieves Rebelledo και Linda Gayman και οι άλλοι δύο οι Βασίλης Γαβριηλίδης και Δάφνη Αλεξανδρή. Να σημειωθεί εδώ πως ο Γαβριηλίδης έχει γράψει τη μουσική στο τραγούδι ‘Σιωπηλά-Δυνατά’, σε στίχους Νίκου Μωραΐτη, το οποίο είναι και ένα από τα κομμάτια που ξεχωρίζουν. Πρόκειται για το τραγούδι απ’ όπου προέρχεται η φράση που έδωσε τον τίτλο στον δίσκο, δηλαδή το ‘φανερά μυστικά’. Οι τίτλοι στις συνθέσεις των άλλων τριών δημιουργών είναι: ‘Μ’ Άλλον Μοιάζεις’, ‘Βρες το Κλειδί’ και ‘Μ’ Ένα Φιλί’.
Εκτός από τον Νίκο Μωραΐτη και τη Ρεβέκκα Ρούσση - στενούς συνεργάτες του Κορκολή - στον δίσκο ΦΑΝΕΡΑ ΜΥΣΤΙΚΑ συμμετέχουν κι άλλοι στιχουργοί, μεταξύ αυτών και η Λίνα Νικολακοπούλου. Από τότε που πρωτοεμφανίστηκε η Νικολακοπούλου στο τραγούδι, ένιωθα την ανάγκη να εκφράσω την άποψη ότι πρόκειται για μια στιχουργό με μεγάλο ταλέντο που θα μπορούσε να είναι ισάξια πολλών καταξιωμένων ομότεχνών της - της προηγούμενης γενιάς - όπως π.χ. του Νίκου Γκάτσου ή του Λευτέρη Παπαδόπουλου. Όμως, αυτό που με εμπόδιζε να εκφράσω τη συγκεκριμένη άποψη ήταν πως, παρά το αναμφισβήτητο ταλέντο της, συχνά η Νικολακοπούλου καταφεύγει σε ακαταλαβίστικα λεκτικά σχήματα. Αυτή είναι μια τάση την οποία, δυστυχώς, έχουν υιοθετήσει και αρκετοί μεταγενέστεροί της στιχουργοί. Στον δίσκο που σχολιάζεται εδώ, τυπικό παράδειγμα της περίπτωσης που αναφέραμε είναι το κομμάτι ‘Τώρα Λέει η Καρδια’. Όσο άψογο και αν είναι ένα τραγούδι από άποψη σύνθεσης και ερμηνείας, όταν ακούς στίχους όπως ‘κάθε πρωί η αναπνοή/ σου λέει τα θέματα’, κάπου σε χαλάει. Ας συνειδητοποιήσουμε κάποια στιγμή ότι η πολυπλοκότητα στην έκφραση δεν είναι απαραιτήτως το μέσο για να προσδώσουμε στον στίχο προβληματισμό και βαθύ νόημα. Πιστεύω ότι τεχνικές όπως η πολυπλοκότητα και η ασάφεια παραπέμπουν σε άλλη σφαίρα.

Π. Σκούρτης
15- 5-2010

18 Μαΐ 2010

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΨΥΧΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ
ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΛΑΣΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΗ

Ο δημοσιογράφος Ανταίος Χρυσοστομίδης είχε μεταφράσει μια σειρά από αστυνομικές ιστορίες Ιταλών συγγραφέων με τον γενικό τίτλο ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ. Στη συνέχεια αποφάσισε να συγκροτήσει μια συλλογή ανάλογου περιεχομένου, με ιστορίες από Έλληνες συγγραφείς. Ο τίτλος της συλλογής εγχώριων ιστοριών ήταν παρεμφερής με αυτόν της Ιταλικής, δηλαδή ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ, και το βιβλίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ.
Όπως σημειώνει στον πρόλογό του ο επιμελητής της έκδοσης, έχουν αλλάξει πολλά στον τρόπο γραφής κειμένων τα οποία ανήκουν στην αστυνομική λογοτεχνία. Δεν συγκράτησα πολλές από τις αλλαγές που αναφέρονται, πάντως μία από αυτές, που δεν επισημαίνεται στον πρόλογο, διαφαίνεται με την πρόοδο της ανάγνωσης. Σήμερα, οι αναγνώστες αστυνομικών ιστοριών δεν ανακαλύπτουν τη λύση μέσα από τη δράση των αστυνομικών που αναλαμβάνουν την εξιχνίαση στις υποθέσεις, αλλά προσπαθούν να τις διαλευκάνουν οι ίδιοι παρακολουθώντας τις μεταπτώσεις στην ψυχολογική κατάσταση των βασικών χαρακτήρων ή και άλλων προσώπων. Συνήθως, σ’ αυτού του τύπου τις ιστορίες οι αστυνομικοί παίζουν έναν ρόλο που είτε είναι τελείως δευτερεύων είτε εντελώς αντίθετος απ’ αυτόν που είχαμε συνηθίσει.
Το μοτίβο του ‘ψυχογραφήματος’ ακολουθείται στα περισσότερα κείμενα αυτής της συλλογής και στην αρχή ξενίζει. Στη συνέχεια όμως ο προσεχτικός αναγνώστης συνειδητοποιεί πως για το συγκεκριμένο βιβλίο απαιτείται ένας τρόπος ανάγνωσης διαφορετικός απ’ αυτόν με τον οποίο είχε συνηθίσει κανείς να διαβάζει κλασικά κείμενα του είδους. Αν καταφέρει κάτι τέτοιο, τότε θεωρώ ότι θα ανακαλύψει το εξής: τα κείμενα αστυνομικής λογοτεχνίας σε ύφος ψυχογραφήματος διαθέτουν πολύ περισσότερη δόση μυστηρίου απ’ όσο αυτά που είναι γραμμένα με την κλασική συνταγή. Τυπικό παράδειγμα αποτελούν τα διηγήματα ‘Ο ΞΕΝΟΣ’ της Αθηνάς Κακούρη, ‘ΤΟ ΠΝΙΓΜΕΝΟ ΠΑΙΔΙ’ του Γιώργου Μπράμου και ‘ΤΡΙΗΜΕΡΙΑ’ του Πέτρου Μάρκαρη*.
Στο παλιό μοτίβο που ακολουθείται σε αστυνομικές ιστορίες, αυτός που συνήθως επιθυμεί να βρει τη λύση της ιστορίας - τις περισσότερες φορές πρόκειται για αστυνομικό -, συλλέγει ευρήματα και πληροφορίες προκειμένου να φτάσει στη διαλεύκανση του μυστηρίου. Υπάρχουν και σ’ αυτό το βιβλίο κάποιες ιστορίες όπου ακολουθείται τούτος ο γνώριμος τρόπος γραφής. Το πρώτο παράδειγμα είναι η ιστορία του Φίλιππα Φιλίππου** ‘ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ’, ενώ σε αυτή την κατηγορία περιλαμβάνονται ‘ΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΑΤΟΜΟ’ του Δημήτρη Μαμαλούκα, και ‘ΠΟΙΟΣ ΣΚΟΤΩΣΕ ΤΟΝ ΝΤ’ ΑΡΝΤΑΝΙΑΝ’ της Τιτίνας Δανέλλη. Άλλα παρόμοια παραδείγματα είναι: ‘ΑΠΟ ΑΛΛΟΘΙ ΣΕ ΑΛΛΟΘΙ’ του Πέτρου Μαρτινίδη κι ‘ΕΝΑ ΛΑΘΟΣ ΒΗΜΑ’ του Κώστα Κυριακόπουλου. Εδώ να σημειωθεί πως τη συλλογή ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ανοίγει το διήγημα του Μάρκαρη ‘ΤΡΙΗΜΕΡΙΑ’ που ανήκει στα ψυχογραφήματα, ενώ το διήγημα του Φιλίππου ‘ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ’, το οποίο κατατάσσεται στις κλασικές αστυνομικές ιστορίες, την ολοκληρώνει.

Ιδιαίτερα ευχάριστη έκπληξη αποτελεί στη συλλογή η παρουσία διηγημάτων των Κώστα Κυριακόπουλου και Γιώργου Μπράμου. Σύμφωνα με όσα διαβάζουμε στον πρόλογο, ο Κυριακόπουλος είναι έγκριτος δημοσιογράφος που έχει ειδικευτεί σε ρεπορτάζ τα οποία αφορούν θέματα τρομοκρατίας και είναι η πρώτη φορά που εμφανίζεται στη λογοτεχνία. Επίσης, σε σχέση με τον Γιώργο Μπράμο, να σημειώσουμε ότι τα διηγήματα με τα οποία πρωτοεμφανίστηκε στη λογοτεχνία είχαν εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο απ’ ό,τι το κείμενο που μας παρουσιάζει εδώ. Ο τίτλος της συλλογής διηγημάτων του Μπράμου ήταν ΒΡΕΓΜΕΝΟ ΡΟΥΧΟ και οι ιστορίες που περιλαμβάνονταν σ’ αυτή αφορούσαν καταστάσεις που βιώνουν οι νταλικέρηδες.
Οι ιστορίες που απαρτίζουν το βιβλίο ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ είναι δέκα. Εκτός από τους συγγραφείς οι οποίοι ήδη αναφέρθηκαν, έχουν περιληφθεί και κείμενα των Ανδρέα Αποστολίδη και Μαρλένας Πολιτοπούλου. Το διήγημα της Πολιτοπούλου με τίτλο ‘ΑΣΠΡΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ’, ανήκει στην πρώτη από τις δυο κατηγορίες, σε αυτή των ψυχογραφημάτων, και πρόκειται για ένα από τα κείμενα που ξεχωρίζουν.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
* Ο Πέτρος Μάρκαρης ξεκίνησε ως συγγραφέας και μεταφραστής στον θεατρικό χώρο. Όμως τα τελευταία χρόνια, μετά την έκδοση και επιτυχία του μυθιστορήματός του ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ ΔΕΛΤΙΟ, έχει διακριθεί στην Αστυνομική Λογοτεχνία.

** Ο Φίλιππος Φιλίππου έχει καταπιαστεί με πολλά είδη στον χώρο της συγγραφικής τέχνης. Παρότι πολλά από τα λογοτεχνικά του κείμενα ανήκουν στη σφαίρα της μυθοπλασίας, ακόμα και σ’ αυτά ο συγγραφέας έχει το συνήθειο να εντάσσει πραγματικά πρόσωπα. Ο κορυφαίος Ελληνοαλεξανδρινός ποιητής Καβάφης είναι ο κεντρικός χαρακτήρας σ’ ένα από τα μυθιστορήματα του Φιλίππου. Τίτλος, ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΒΑΦΗ. Επίσης, ο Κώστας Ταχτσής βρίσκεται μεταξύ των χαρακτήρων στο διήγημα ‘ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ’.

Π. Σκουρτης
24 - 9 -2007

ΛΙΔΑΚΗΣ - ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ

ΟΛΑ ΔΙΚΑ ΜΑΣ ΚΙ ΟΛΑ ΞΕΝΑ’
Ο Χρήστος Νικολόπουλος και ο Μανόλης Λιδάκης συνεργάζονται για πρώτη φορά σε ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά

Ο Μανόλης Λιδάκης είναι αναμφισβήτητα ένας από τους σημαντικότερους λαϊκούς τραγουδιστές της νεότερης γενιάς. Όταν λέμε ‘νεότερη’ εννοούμε τη γενιά που ακολούθησε αυτή στην οποία ανήκουν οι ερμηνευτές που οι φωνές τους έχουν μείνει σήμερα κλασικές, όπως οι Μπιθικώτσης, Καζαντζίδης, Περπινιάδης, Στράτος Διονυσίου και άλλοι. Από τους τραγουδιστές που ανήκουν στην ίδια κατηγορία με τον Λιδάκη ξεχωρίζουν, μεταξύ άλλων και οι Δημήτρης Πάτσης, Γεράσιμος Ανδρεάτος και Ηλίας Μακρής.
Η συνήθεια πολλών εκπροσώπων του τραγουδιού σήμερα να δοκιμάζουν τις ερμηνευτικές τους δυνατότητες σε πολλούς μουσικούς χώρους, είναι μια τάση που χαρακτηρίζει σε μεγάλο βαθμό το χώρο της μουσικής. Χωρίς την πρόθεση αρνητικού σχολιασμού, έχω την αίσθηση ότι αυτή η τάση συναντάται τόσο συχνά, που δύσκολα μπορεί να διακρίνει κανείς τον μουσικό χώρο στον οποίο πραγματικά εντάσσεται ο καλλιτέχνης. Πιστεύω πως ο Λιδάκης είναι ένας από τους λίγους τραγουδιστές της εποχής μας που εύκολα μπορεί να διακρίνει κανείς ότι η φωνή του ταιριάζει πραγματικά στον μουσικό χώρο τον οποίο κυρίως υπηρετεί, δηλαδή στο λαϊκό τραγούδι. Εντούτοις, κι αυτός τα τελευταία χρόνια ερμήνευσε τραγούδια που, κατά την προσωπική μου βέβαια πάντα γνώμη, δεν του ταίριαζαν. Εξαίρεση σ’ αυτή την τακτική αποτέλεσε ο δίσκος ‘ΚΟΚΚΙΝΟ ΑΚΡΟΓΙΑΛΙ’, όπου ο καλλιτέχνης απέδωσε τραγούδια από τον τόπο καταγωγής του, την Κρήτη. Ας σημειωθεί ότι, εκτός από παραδοσιακά τραγούδια, ο δίσκος αυτός περιελάμβανε και δημιουργίες επώνυμων συνθετών. Τα τραγούδια όμως αυτά δεν αποτελούσαν απομιμήσεις παραδοσιακών τραγουδιών, όπως αυτές που συνήθως συναντάμε σήμερα στον χώρο του Δημοτικού Τραγουδιού Στεριανού και Νησιώτικου, αλλά προσέγγιζαν πραγματικά τις ρίζες της Κρητικής Μουσικής Παράδοσης. Άλλη μια εξαίρεση πίστευα πως θ’ αποτελούσε και ο δίσκος ‘ΑΥΣΤΗΡΩΣ ΛΑΙΚΟΝ’, όπου ακούγεται ο ίδιος ερμηνευτής να αποδίδει κλασικά κομμάτια από τον χώρο του λαϊκού τραγουδιού. Όμως, παρά την παρουσία αξιόλογων μπουζουξήδων - όπως ο Παναγιώτης Στεργίου και ο Βαγγέλης Τρίγκας -, παρά το γεγονός ότι στην ορχήστρα δεν υπήρχε κανένα όργανο που να μην είναι αμιγώς λαϊκό και παρά την εκφραστικότητα που χαρακτηρίζει πάντα την ερμηνεία του Λιδάκη, κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Στον συγκεκριμένο δίσκο, κάπου… ‘το γλυκό δεν έδεσε’. Πιστεύω πως αυτό οφειλόταν μάλλον στον τρόπο που τα τραγούδια αποδόθηκαν από την ορχήστρα, η οποία σε πολλές περιπτώσεις ήταν υποτονική.
Στο παρελθόν ο Λιδάκης έχει ερμηνεύσει συνθέσεις σε προσωπικούς δίσκους του Χρήστου Νικολόπουλου. Όπως επίσης, σε δικούς του δίσκους, έχει συμπεριλάβει συνθέσεις του συγκεκριμένου δημιουργού. Στους προσωπικούς δίσκους του Λιδάκη ανήκει το ‘ΟΥΤΕ ΠΟΥ ΡΩΤΗΣΑ’, ενώ του Νικολόπουλου είναι αυτός με τίτλο ‘ΤΟ ΞΗΜΕΡΩΜΑ ΤΗΣ 1ης ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2000 μ.Χ.’. Στον δίσκο που μόλις αναφέρθηκε, ο ερμηνευτής απέδωσε το ομότιτλο τραγούδι. Ήταν φυσικό επακόλουθο λοιπόν, μετά από τόσα χρόνια συνεργασίας, ο Χρήστος Νικολόπουλος να αποφασίσει να δημιουργήσει έναν δίσκο όπου τα τραγούδια θα ερμήνευε αποκλειστικά ο Λιδάκης. Ο δίσκος έχει τίτλο ‘ΟΛΑ ΔΙΚΑ ΜΑΣ ΚΙ ΟΛΑ ΞΕΝΑ’. Το ομότιτλο τραγούδι αποδίδει μαζί με τον Λιδάκη ο Πασχάλης Τερζής. Με τη συγκεκριμένη σειρά τραγουδιών ο βασικός ερμηνευτής φαίνεται να επιστρέφει σε μονοπάτια που γνωρίζει καλά.
Οι στίχοι στον δίσκο ‘ΟΛΑ ΔΙΚΑ ΜΑΣ ΚΙ ΟΛΑ ΞΕΝΑ’ ανήκουν στους Κωστούλα Μητροπούλου, Λευτέρη Χαψιάδη, Δημήτρη Τζάφα και άλλους. Υπάρχει ακόμα κι ένα τραγούδι σε στίχους του δίδυμου Βαγγέλης Ατραϊδης-Γιάννης Βασιλόπουλος που συνεργάστηκε παλιότερα με τον Νικολόπουλο, ιδιαίτερα σε δίσκους με τον Στέλιο Καζατζίδη. Όλα τα τραγούδια είναι καινούργια εκτός απ’ αυτό με τίτλο ‘Έτσι σ’ Αγάπησα’. Το συγκεκριμένο τραγούδι, σε στίχους Λευτέρη Χαψιάδη, είχε συμπεριλάβει ο συνθέτης σε παλιότερο δίσκο του, με τίτλο ‘ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΜΟΥ’, όπου το ερμήνευε ένας πρωτοεμφανιζόμενος τότε τραγουδιστής, ο Διονύσης Θεοδόσης, που δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή. Η ερμηνεία του Θεοδόση έτεινε προς το έντεχνο. Λοιπόν, από τη στιγμή που ο συνθέτης αποφάσισε να επαναφέρει αυτό το τραγούδι στην επικαιρότητα, δικαίως νομίζω το εμπιστεύτηκε στον Λιδάκη, γιατί, σε αντίθεση με τον Θεοδόση, ο τρόπος που αυτός το απέδωσε, δίνει στην ερμηνεία λαϊκό ηχόχρωμα.

Π. Σκούρτης
9/5/2010

5 Μαΐ 2010

ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΤΙΝΑΡΗΣ: (Παραλειπόμενα)

ΜΙΚΡΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ
ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΤΙΝΑΡΗ

Ανάμεσα στους σολίστες του μπουζουκιού που συνεργάστηκαν με τον Βασίλη Τσιτσάνη, ήταν και ο Αντώνης Κατινάρης. Έτσι αναφέρει τόσο ο Διονύσης Μανιάτης, στο βιβλίο του ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΤΣΆΝΗΣ Ο ΑΤΕΛΕΙΩΤΟΣ, όσο και ο Κώστας Μπαλαχούτης, σε άρθρο του για τον Κατινάρη. Σχετικά μ’ αυτόν τον σπουδαίο μπουζουξή, έχω ήδη γράψει ( κοίτα άρθρο ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ - ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΤΙΝΑΡΗΣ κλπ, κλπ), γι’ αυτό εδώ απλώς θ’ αναφερθούν μερικά παραλειπόμενα.
Στο άρθρο του Μπαλαχούτη διαπίστωσα ότι υπάρχουν κάποιες διαφορές μεταξύ των στοιχείων που αυτός αναφέρει κι εκείνων που καταγράφονται από τον Μανιάτη. Ένα παράδειγμα είναι η χρονολογία γέννησης του καλλιτέχνη. Ο Μανιάτης καταγράφει ως χρονολογία το 1933, ενώ ο Μπαλαχούτης το 1931. Επίσης ο Μπαλαχούτης αναφέρει πως ο Κατινάρης δεν έπαιζε μόνο τρίχορδο αλλά και τετράχορδο μπουζούκι, ενώ ο Μανιάτης υποστηρίζει ότι ο συγκεκριμένος σολίστας έμεινε πιστός στο τρίχορδο.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ο Κώστας Μπαλαχούτης, μεταξύ άλλων δραστηριοτήτων έχει και την επιμέλεια των Μουσικών Ημερολογίων που κάθε χρόνο κυκλοφορούν από τις εκδόσεις ΑΤΡΑΠΟΣ. Στο Ημερολόγιο του 2005 λοιπόν πιστεύω ότι υπάρχει μια ασάφεια όσον αφορά τη χρονολογία θανάτου του Αντώνη Κατινάρη. Δεν είναι ξεκάθαρο αν ο καλλιτέχνης έφυγε το 1999 ή το 2000. Τελικά, στο άρθρο για το οποίο γίνεται λόγος πιο πάνω, αναφέρεται ότι αυτό συνέβη το 1999.
Κλείνοντας, θα πρέπει να πω ότι στο ίδιο άρθρο υπάρχει μια λεπτομέρεια την οποία ως τώρα δεν γνώριζα. Ο Τάκης Σούκας και ο Αντώνης Ρεπάνης δεν ήσαν οι μόνοι συνθέτες με τους οποίους πρόφτασε να συνεργαστεί ο ανερχόμενος τότε αλλά σπουδαίος - μα δυστυχώς πρόωρα χαμένος - λαϊκός τραγουδιστής Κώστας Κόλλιας. Ο Κόλλιας είχε επίσης ηχογραφήσει μια ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά σε μουσική Αντώνη Κατινάρη και με τίτλο ΜΠΟΥΖΟΥΚΟΚΕΛΑΪΔΙΣΜΑΤΑ.


Π. Σκούρτης
Αύγουστος 2009

ΠΑΝΟΣ ΓΕΡΑΜΑΝΗΣ

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΛΑΤΡΕΨΕ ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΕΡΕΥΝΟΥΣΕ

Επιθυμούσα από καιρό ν’ αφιερώσω κάποιες γραμμές στην απώλεια του δημοσιογράφου και ερευνητή του λαϊκού τραγουδιού Πάνου Γεραμάνη, ο οποίος, μας άφησε εντελώς ξαφνικά, τι τραγική ειρωνεία, την ημέρα της Ανάστασης το 2005. Παρότι διαρκώς το ανέβαλα, βαθιά μέσα μου αισθανόμουν πως έπρεπε οπωσδήποτε να προχωρήσω σ’ αυτό το εγχείρημα. Όμως δεν το επιχειρούσα μέχρι τώρα, ακριβώς επειδή φοβόμουνα μήπως αυτά που θα έγραφα θεωρούνταν τετριμμένα.
Τόσα και τόσα έχουν γραφτεί και ειπωθεί γι’ αυτά που πρόσφερε ο Πάνος με τις έρευνες που έκανε, ειδικά όσον αφορά το Λαϊκό Τραγούδι, που υπήρξε η μεγάλη του αγάπη. Άρα τι παραπάνω θα μπορούσα να προσθέσω εγώ; Δύσκολο για κάποιον που ασχολείται με την έρευνα γύρω από θέματα παράδοσης όπως το λαϊκό τραγούδι, να καταφέρει να διατηρήσει τις ισορροπίες ανάμεσα στην αντικειμενική προσέγγιση του θέματος και την αγάπη του για το αντικείμενο. Ο Πάνος λοιπόν πετύχαινε ακριβώς αυτό, γιατί υπήρξε πρώτα θαυμαστής και λάτρης της Λαϊκής Μουσικής, κι έπειτα ερευνητής του αντικειμένου.
Τυχαίνει να έχω ασχοληθεί από πολύ νωρίς με το Ρεμπέτικο και Λαϊκό τραγούδι και επομένως να έχω διαβάσει αρκετά βιβλία και άλλες γραπτές αναφορές για το συγκεκριμένο θέμα. Η ραδιοφωνική εκπομπή του Πάνου Γεραμάνη λοιπόν ‘Λαϊκοί Βάρδοι’, που μεταδιδόταν καθημερινά στις 7 το απόγευμα, αρχικά από τη συχνότητα της ΕΡΑ2 και αργότερα από τον 103,7, μου πρόσφερε την ευκαιρία να θυμηθώ και να επιβεβαιώσω πολλά από τα γεγονότα που με την πάροδο του χρόνου είχα ξεχάσει, αλλά και να εμπλουτίσω τις γνώσεις μου με καινούργια στοιχεία σχετικά με αυτό το μουσικό είδος. Γι’ αυτό, όσο μπορούσα, παρακολουθούσα την εκπομπή του Πάνου με μεγάλο ενδιαφέρον και προσμονή για τις καινούργιες πληροφορίες με τις οποίες μας τροφοδοτούσε.
Πιστεύω ότι το σλόγκαν που ακουγόταν στην εκπομπή μετά την αναγγελία του τίτλου, δηλαδή ‘Λαϊκοί Βάρδοι – Στιγμές από τη Ζωή τους και τη Ζωή μας’, δεν είχε επιλεγεί καθόλου τυχαία. Ο Πάνος Γεραμάνης κατάφερνε κάθε μέρα να αποδεικνύει πως, αυτό που υποστηρίζουν οι λάτρεις του Λαϊκού τραγουδιού ότι το συγκεκριμένο μουσικό είδος ήταν στενά συνδεδεμένο με γεγονότα από την καθημερινότητα του απλού κόσμου, αποτελούσε μια αλήθεια. Επιπλέον, ο αξέχαστος ερευνητής δεν έπαυε να υποστηρίζει και να το τεκμηριώνει ότι, ακόμα και καλλιτέχνες που δεν έγιναν τόσο γνωστοί στον κόσμο όσο οι κλασικοί εκπρόσωποι τρου καλλιτεχνικού χώρου που ερευνούσε, πρόσθεσαν κι αυτοί ένα σημαντικό λιθαράκι στο οικοδόμημα που λέγεται Λαϊκό Τραγούδι και στο οποίο ανήκει φυσικά και το Ρεμπέτικο.
Κλείνοντας, θα ήθελα να πω και κάτι για τον άνθρωπο Γεραμάνη. Μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση το γεγονός ότι, μ’ όλο που δεν είχαμε γνωριστεί προσωπικά, με τίμησε με μια χειρονομία του που ποτέ δεν θα ξεχάσω. Επειδή έμαθε για την αγάπη μου και το μεγάλο μου ενδιαφέρον σχετικά με το αντικείμενο που ερευνούσε, μου έστειλε την αυτό βιογραφία του Γρηγόρη Μπιθικώτση, ένα βιβλίο του οποίου είχε αναλάβει την επιμέλεια, με γραπτή αφιέρωση. Και είναι αυτή η συγκεκριμένη χειρονομία του που μου επέτρεψε, σε κάποια σημεία αυτού του άρθρου, να αναφέρομαι σ’ εκείνον σαν σε παλιό φίλο, δηλαδή με το μικρό του όνομα.


Π. Σκούρτης
4- 8- 2005