Μετά από απουσία δέκα μηνών, την Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2012, επέστρεψε στο Δεύτερο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας ο Γιώργος Τσάμπρας. Στην πρώτη εκπομπή του νέου αυτού κύκλου πληροφορηθήκαμε για το θάνατο του τραγουδιστή Δημήτρη Ρουμελιώτη. Ο Ρουμελιώτης, ο οποίος πέθανε στις 6 Οκτωβρίου στον Καναδά, όπου είχε από χρόνια μεταναστεύσει, υπήρξε κυρίως ερμηνευτής τραγουδιών του Γιώργου Μητσάκη που ήταν και κουμπάρος του.
Στη συνέχεια και συγκεκριμένα την 24η του ίδιου μήνα, ο αναφερόμενος παρουσιαστής αφιέρωσε την εκπομπή του στον Πρόδρομο Τσαουσάκη που πέθανε στις 23 Οκτωβρίου του 1979, σε ηλικία 60 χρόνων. Με την ευκαιρία αυτή θέλω κι εγώ να προσθέσω όσα γνωρίζω ώστε η εικόνα που αποκομίζει κανείς για τον καλλιτέχνη να είναι πιο ολοκληρωμένη.
Τόπος καταγωγής του Τσαουσάκη ήταν η Κωνσταντινούπολη και τόπος διαμονής του η Θεσσαλονίκη. Το πραγματικό του όνομα ήταν Πρόδρομος Μουφατόγλου και λέγεται ότι, πριν γίνει τραγουδιστής κέρδιζε το ψωμί του κάνοντας διάφορα νούμερα σε πανηγύρια. Τον Τσαουσάκη ανακάλυψε και ανέδειξε ως τραγουδιστή ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο οποίος, σύμφωνα με τον αξέχαστο Πάνο Γεραμάνη, ταξίδεψε στη Θεσσαλονίκη αποκλειστικά για να τον συναντήσει. Την εποχή εκείνη ο Τσιτσάνης έψαχνε για καινούργιο τραγουδιστή προκειμένου να αντικαταστήσει τον Στράτο Παγιουμτζή με τον οποίο ήθελε να διακόψει τη συνεργασία. Λέγεται ότι αφορμή γι’ αυτή την απόφαση του Τσιτσάνη να αντικαταστήσει τον Παγιουμτζή ήταν η πίεση που ασκούσε στον άντρα της η γυναίκα του Στράτου Ζωή, να απαιτήσει από τον συνθέτη ποσοστά συμμετοχής στη δημιουργία ορισμένων από τα τραγούδια που ο ίδιος ερμήνευε. Ωστόσο, παρά τη διακοπή της συνεργασίας, το ‘Κάτσε ν’ ακούσεις μια πενιά’, που ήταν το πρώτο τραγούδι που ηχογράφησε ο Τσιτσάνης με τον Τσαουσάκη το 1946, κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά και με τον Στράτο Παγιουμτζή.
Προσωπικά θεωρώ ότι μετά τον Μάρκο και τον Στράτο Παγιουμτζή, ο Πρόδρομος Τσαουσάκης είναι η μεγαλύτερη ανδρική φωνή του Πειραιώτικου Ρεμπέτικου. Εκτός από αναρίθμητα τραγούδια του συνθέτη που τον ανέδειξε, ο Τσαουσάκης ερμήνευσε και συνθέσεις πολλών άλλων, όπως των Απόστολου Καλδάρα, Θόδωρου Δερβενιώτη, Γιώργου Μητσάκη, Χρήστου Μίγκου κ.ά. Στο τέλος του ‘50 η καλλιτεχνική σταδιοδρομία αυτού του λαϊκού ερμηνευτή διακόπηκε, εξαιτίας της διαφοροποίησης στις απαιτήσεις του κοινού που είχε ως αποτέλεσμα την αλλαγή συνθηκών στη διαμόρφωση του λαϊκού τραγουδιού. Ο Τσαουσάκης επανήλθε στη δισκογραφία δέκα χρόνια αργότερα, στις αρχές του ’60 και παρέμεινε ενεργός μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’70. Τότε, εκτός από παλιές επιτυχίες σε νεώτερες παραλλαγές, ο καλλιτέχνης ερμήνευσε και καινούργια τραγούδια, τα περισσότερα από τα οποία συνέθεσαν οι δημιουργοί Μπάμπης Μπακάλης, Μήτσος Ευσταθίου, Λεονάρδος Μπουρνέλλης, Γιώργος Μουφλουζέλης και Θόδωρος Πολυκανδριώτης. Οι πιο γνωστές ηχογραφήσεις από αυτή την περίοδο είναι εκείνες που έγιναν στην εταιρία R.C.A.
Π. Σκούρτης