ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ: ΦΕΪΓ ΒΟΛΑΝ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ
ΑΚΟΜΑ ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΚΑΠΟΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΣΧΟΛΙΑΖΕ
Σ’ ΑΥΤΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ Ο ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ
O ορισμός που δίνεται από το λεξικό του Γιώργου Μπαμπινιώτη για τη λέξη «χρονογράφημα», είναι ότι πρόκειται για κείμενο κοινωνικού σχολιασμού, γραμμένο με χιουμοριστικό τρόπο. Σήμερα το να ασχολείται κανείς με τη γραφή τέτοιων κειμένων δεν είναι κάτι που πολυσυνηθίζεται, όμως στα παλιότερα χρόνια υπήρχε στα έντυπα μέσα ενημέρωσης μια στήλη που φιλοξενούσε αυτού του είδους τα γραπτά και κάθε εφημερίδα είχε τους χρονογράφους της. Η ενασχόληση με τα χρονογραφήματα, δεν αποτελούσε την κυρίως δουλειά όσων τα έγραφαν αφού χρονογράφοι υπήρξαν, μεταξύ πολλών άλλων, ο συγγραφέας θεατρικών έργων Δημήτρης Ψαθάς, στα «ΝΕΑ, όπως επίσης και ο ιστορικός και φιλόλογος Σπύρος Μελάς, στην «ΑΚΡΟΠΟΛΗ» και σε διάφορες άλλες εφημερίδες κ.α.
Ο λογοτέχνης Κώστας Βάρναλης ( 1884 - 1974 ) υπήρξε πρώτα απ’ όλα ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές. Ανέπτυξε όμως κι άλλες ποικίλες δραστηριότητες στον χώρο των Γραμμάτων και του Πνεύματος γενικότερα, μεταξύ των οποίων ήταν και η ενασχόλησή του με το χρονογράφημα. Κείμενά του που ανήκουν σ’ αυτό το είδος του γραπτού λόγου και τα οποία δημοσιεύονταν στην εφημερίδα «ΠΡΩΙΑ», συγκεντρώθηκαν τελευταία, κάτω από τον γενικό τίτλο «ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ», σ’ ένα βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ. Τη φροντίδα της έκδοσης ανέλαβε ο Γιώργος Ζεβελάκης, ο οποίος να σημειωθεί ότι στο πρόσφατο παρελθόν επιμελήθηκε κι ένα προσεγμένο ένθετο με πολύ ενδιαφέροντα κείμενα για τον Νίκο Καζαντζάκη. Το συγκεκριμένο ένθετο είχαν προσφέρει στους αναγνώστες της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ οι υπεύθυνοι της εφημερίδας στο φύλλο της 3ης Νοεμβρίου 2007.
Το βιβλίο με τα κείμενα του Βάρναλη εκτός από τον τίτλο «ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ» έχει κι έναν υπότιτλο «ΦΕΪΓ ΒΟΛΑΝ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ». Ο υπότιτλος αυτός παραπέμπει τόσο στην εποχή που γράφονταν και δημοσιεύονταν αυτά τα κείμενα, όσο και στα χαρτάκια - τύπου φέιγ βολάν- στα οποία ο λογοτέχνης έβρισκε τις ειδήσεις που τον ενέπνεαν να δημιουργήσει τα αναφερόμενα γραπτά. Όμως πιστεύω πως ο συγκεκριμένος υπότιτλος υποδηλώνει επιπλέον το γεγονός ότι στο αναφερόμενο βιβλίο δεν περιέχεται το σύνολο των χρονογραφημάτων του Βάρναλη κατ’ αυτή την περίοδο, αλλά μόνο ένα ενδεικτικό μέρος των όσων γράφτηκαν που επιλέχτηκαν τυχαία από το προσωπικό αρχείο του επιμελητή Γ. Ζεβελάκη, όπως αναφέρεται άλλωστε και στην υποσημείωση, (σελ. 317).
Τυπικά, η εποχή της Κατοχής για την Ελλάδα αρχίζει το 1941, με την εισβολή των Ιταλών φασιστών στη χώρα, αλλά πολλές φορές όταν λέμε «Κατοχή» αναφερόμαστε στα χρόνια που η πατρίδα μας ζούσε κάτω από τον ζυγό των Γερμανών κατακτητών, δηλαδή την περίοδο 1941 - 44. Εκείνη ακριβώς ήταν η εποχή δημιουργίας των κειμένων που περιλαμβάνονται στο βιβλίο που εδώ σχολιάζεται. Ωστόσο ξαφνιάζεται ή μάλλον καλύτερα να πούμε ‘εκπλήσσεται’ ο αναγνώστης όταν διαπιστώνει πως πολλές από τις επισημάνσεις που κάνει ο χρονογράφος για την Ελλάδα εκείνης της εποχής, ισχύουν ακόμα και σήμερα. Κάποια παραδείγματα χρονογραφημάτων όπου γίνονται τέτοιες επισημάνσεις είναι: «ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΡΓΙΑ», «Η ΑΓΑΠΗ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ» «ΖΑΠΠΕΙΟ», «ΛΑΪΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ», «ΠΑΡΑΔΟΥΛΕΥΤΡΕΣ». Για παράδειγμα, στο χρονογράφημα «Η ΑΓΑΠΗ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ», ο συγγραφέας σχολιάζει την αδιαφορία των Ελλήνων για την καθαριότητα του περιβάλλοντος. Ο Βάρναλης δίνει μια εξήγηση γι’ αυτή την αδιαφορία, καταθέτοντας την άποψη ότι το συγκεκριμένο φαινόμενο είναι συνυφασμένο με τον χαρακτήρα των Ελλήνων, κατάλοιπο από τότε που ζούσαν σε μονοκατοικίες. Φαίνεται ότι ο χρονογράφος είχε απόλυτο δίκιο, γιατί παρά την παρέλευση μισού αιώνα και πλέον ο Έλληνας ενώ φροντίζει πάντα να διατηρεί το σπίτι του καθαρό, σωριάζει τα σκουπίδια του σε όλο τον περιβάλλοντα χώρο σφυρίζοντας, αδιάφορος όχι μόνο ‘για την αγάπη της πόλεως’ αλλά και για την υγεία του ειδικότερα. Όσο για το κείμενο «ΠΑΡΑΔΟΥΛΕΥΤΡΕΣ», ας σημειωθεί το εξής: μπορεί στις μέρες μας να αποκαλούμε αυτή την κατηγορία εργαζόμενων γυναικών ‘οικιακές βοηθούς’, η ωραιοποίηση όμως του όρου δεν αναιρεί το γεγονός ότι πολλά απ’ όσα αναφέρονται στο συγκεκριμένο χρονογράφημα είναι ακόμα επίκαιρα.
Η έκδοση χωρίζεται σε οχτώ ενότητες. Παρά τον γενικό τίτλο της, τα χρονογραφήματα έχουν περιληφθεί αποκλειστικά στις εφτά απ’ αυτές, ενώ στην τελευταία καταχωρίσθηκαν απλώς δημοσιογραφικά κείμενα που ο λογοτέχνης έγραψε σχολιάζοντας είτε θέματα της τότε επικαιρότητας είτε άλλα ζητήματα που τον απασχολούσαν.
Κλείνοντας, θα ήθελα να εκφράσω μερικές σκέψεις οι οποίες δεν σχετίζονται με τα κείμενα του βιβλίου που σχολιάζεται ειδικά, αλλά με το χρονογράφημα γενικότερα. Κατά την προσωπική μου βέβαια πάντα άποψη, τα γραπτά που ανήκουν στο συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος διαθέτουν χαρακτηριστικά κοινά με το διήγημα ή την ιστορία. Δηλαδή, σε αντίθεση με το μυθιστόρημα που είναι εκτενές, και στις τρεις αυτές περιπτώσεις έχουμε να κάνουμε με κείμενα περιορισμένης έκτασης. Όμως θεωρώ ότι, εξαιτίας του περιορισμένου χώρου στον οποίο τις περισσότερες φορές δημοσιεύεται το χρονογράφημα, ο χρόνος ανάπτυξης της πλοκής του πρέπει να είναι πολύ πιο σύντομος συγκριτικά με αυτόν που απαιτείται για ένα διήγημα ή μια ιστορία. Αυτός ο παράγοντας της χρονικής οικονομίας ως προς την αφήγηση, μαζί και με την έννοια του επείγοντος - που διαφοροποιεί το χρονογράφημα από το διήγημα -, δημιουργούν την εντύπωση ότι το πρώτο είναι ένα ιδιαίτερα δύσκολο είδος πεζογραφίας. Άρα, μάλλον δεν αρκεί να είναι κανείς άνθρωπος των Γραμμάτων προκειμένου να ασχοληθεί με αυτό. Ο χρονογράφος χρειάζεται αφενός μεν να διαθέτει ιδιαίτερη αντίληψη στην ‘ανίχνευση’ της καθημερινότητας καθώς και μαεστρία όσον αφορά την επιλογή του ‘καυτού’ θέματος που θα παρουσιάσει. Αφετέρου δε, χρειάζεται να διαθέτει ιδιαίτερο ταλέντο ώστε να επισύρει την προσοχή του κοινού σε όσα άξια προσοχής ή και σχολιασμού αποκαλύπτει. Με άλλα λόγια, ένα χρονογράφημα πρέπει να εμπεριέχει - σε σωστές πάντα δόσεις - στοιχεία της επικαιρότητας που να αποσκοπούν στο να επιτύχουν, με ανάλαφρο και γλαφυρό τρόπο, την αφύπνιση του αναγνώστη. Δεδομένου λοιπόν ότι την εποχή που έγραφε αυτά τα ‘φέιγ βολάν’ ο Βάρναλης η ‘εικόνα’ ήταν είδος άκρως επικίνδυνο, το χρονογράφημα, που μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα ‘σκαρίφημα-χρονικό’, ήταν εξαιρετικά επικοινωνιακό και είχε μεγάλη απήχηση και αποδοχή.
Π. Σκούρτης
21- 1-2008
ΑΚΟΜΑ ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΚΑΠΟΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΣΧΟΛΙΑΖΕ
Σ’ ΑΥΤΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ Ο ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ
O ορισμός που δίνεται από το λεξικό του Γιώργου Μπαμπινιώτη για τη λέξη «χρονογράφημα», είναι ότι πρόκειται για κείμενο κοινωνικού σχολιασμού, γραμμένο με χιουμοριστικό τρόπο. Σήμερα το να ασχολείται κανείς με τη γραφή τέτοιων κειμένων δεν είναι κάτι που πολυσυνηθίζεται, όμως στα παλιότερα χρόνια υπήρχε στα έντυπα μέσα ενημέρωσης μια στήλη που φιλοξενούσε αυτού του είδους τα γραπτά και κάθε εφημερίδα είχε τους χρονογράφους της. Η ενασχόληση με τα χρονογραφήματα, δεν αποτελούσε την κυρίως δουλειά όσων τα έγραφαν αφού χρονογράφοι υπήρξαν, μεταξύ πολλών άλλων, ο συγγραφέας θεατρικών έργων Δημήτρης Ψαθάς, στα «ΝΕΑ, όπως επίσης και ο ιστορικός και φιλόλογος Σπύρος Μελάς, στην «ΑΚΡΟΠΟΛΗ» και σε διάφορες άλλες εφημερίδες κ.α.
Ο λογοτέχνης Κώστας Βάρναλης ( 1884 - 1974 ) υπήρξε πρώτα απ’ όλα ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές. Ανέπτυξε όμως κι άλλες ποικίλες δραστηριότητες στον χώρο των Γραμμάτων και του Πνεύματος γενικότερα, μεταξύ των οποίων ήταν και η ενασχόλησή του με το χρονογράφημα. Κείμενά του που ανήκουν σ’ αυτό το είδος του γραπτού λόγου και τα οποία δημοσιεύονταν στην εφημερίδα «ΠΡΩΙΑ», συγκεντρώθηκαν τελευταία, κάτω από τον γενικό τίτλο «ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ», σ’ ένα βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ. Τη φροντίδα της έκδοσης ανέλαβε ο Γιώργος Ζεβελάκης, ο οποίος να σημειωθεί ότι στο πρόσφατο παρελθόν επιμελήθηκε κι ένα προσεγμένο ένθετο με πολύ ενδιαφέροντα κείμενα για τον Νίκο Καζαντζάκη. Το συγκεκριμένο ένθετο είχαν προσφέρει στους αναγνώστες της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ οι υπεύθυνοι της εφημερίδας στο φύλλο της 3ης Νοεμβρίου 2007.
Το βιβλίο με τα κείμενα του Βάρναλη εκτός από τον τίτλο «ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ» έχει κι έναν υπότιτλο «ΦΕΪΓ ΒΟΛΑΝ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ». Ο υπότιτλος αυτός παραπέμπει τόσο στην εποχή που γράφονταν και δημοσιεύονταν αυτά τα κείμενα, όσο και στα χαρτάκια - τύπου φέιγ βολάν- στα οποία ο λογοτέχνης έβρισκε τις ειδήσεις που τον ενέπνεαν να δημιουργήσει τα αναφερόμενα γραπτά. Όμως πιστεύω πως ο συγκεκριμένος υπότιτλος υποδηλώνει επιπλέον το γεγονός ότι στο αναφερόμενο βιβλίο δεν περιέχεται το σύνολο των χρονογραφημάτων του Βάρναλη κατ’ αυτή την περίοδο, αλλά μόνο ένα ενδεικτικό μέρος των όσων γράφτηκαν που επιλέχτηκαν τυχαία από το προσωπικό αρχείο του επιμελητή Γ. Ζεβελάκη, όπως αναφέρεται άλλωστε και στην υποσημείωση, (σελ. 317).
Τυπικά, η εποχή της Κατοχής για την Ελλάδα αρχίζει το 1941, με την εισβολή των Ιταλών φασιστών στη χώρα, αλλά πολλές φορές όταν λέμε «Κατοχή» αναφερόμαστε στα χρόνια που η πατρίδα μας ζούσε κάτω από τον ζυγό των Γερμανών κατακτητών, δηλαδή την περίοδο 1941 - 44. Εκείνη ακριβώς ήταν η εποχή δημιουργίας των κειμένων που περιλαμβάνονται στο βιβλίο που εδώ σχολιάζεται. Ωστόσο ξαφνιάζεται ή μάλλον καλύτερα να πούμε ‘εκπλήσσεται’ ο αναγνώστης όταν διαπιστώνει πως πολλές από τις επισημάνσεις που κάνει ο χρονογράφος για την Ελλάδα εκείνης της εποχής, ισχύουν ακόμα και σήμερα. Κάποια παραδείγματα χρονογραφημάτων όπου γίνονται τέτοιες επισημάνσεις είναι: «ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΡΓΙΑ», «Η ΑΓΑΠΗ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ» «ΖΑΠΠΕΙΟ», «ΛΑΪΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ», «ΠΑΡΑΔΟΥΛΕΥΤΡΕΣ». Για παράδειγμα, στο χρονογράφημα «Η ΑΓΑΠΗ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ», ο συγγραφέας σχολιάζει την αδιαφορία των Ελλήνων για την καθαριότητα του περιβάλλοντος. Ο Βάρναλης δίνει μια εξήγηση γι’ αυτή την αδιαφορία, καταθέτοντας την άποψη ότι το συγκεκριμένο φαινόμενο είναι συνυφασμένο με τον χαρακτήρα των Ελλήνων, κατάλοιπο από τότε που ζούσαν σε μονοκατοικίες. Φαίνεται ότι ο χρονογράφος είχε απόλυτο δίκιο, γιατί παρά την παρέλευση μισού αιώνα και πλέον ο Έλληνας ενώ φροντίζει πάντα να διατηρεί το σπίτι του καθαρό, σωριάζει τα σκουπίδια του σε όλο τον περιβάλλοντα χώρο σφυρίζοντας, αδιάφορος όχι μόνο ‘για την αγάπη της πόλεως’ αλλά και για την υγεία του ειδικότερα. Όσο για το κείμενο «ΠΑΡΑΔΟΥΛΕΥΤΡΕΣ», ας σημειωθεί το εξής: μπορεί στις μέρες μας να αποκαλούμε αυτή την κατηγορία εργαζόμενων γυναικών ‘οικιακές βοηθούς’, η ωραιοποίηση όμως του όρου δεν αναιρεί το γεγονός ότι πολλά απ’ όσα αναφέρονται στο συγκεκριμένο χρονογράφημα είναι ακόμα επίκαιρα.
Η έκδοση χωρίζεται σε οχτώ ενότητες. Παρά τον γενικό τίτλο της, τα χρονογραφήματα έχουν περιληφθεί αποκλειστικά στις εφτά απ’ αυτές, ενώ στην τελευταία καταχωρίσθηκαν απλώς δημοσιογραφικά κείμενα που ο λογοτέχνης έγραψε σχολιάζοντας είτε θέματα της τότε επικαιρότητας είτε άλλα ζητήματα που τον απασχολούσαν.
Κλείνοντας, θα ήθελα να εκφράσω μερικές σκέψεις οι οποίες δεν σχετίζονται με τα κείμενα του βιβλίου που σχολιάζεται ειδικά, αλλά με το χρονογράφημα γενικότερα. Κατά την προσωπική μου βέβαια πάντα άποψη, τα γραπτά που ανήκουν στο συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος διαθέτουν χαρακτηριστικά κοινά με το διήγημα ή την ιστορία. Δηλαδή, σε αντίθεση με το μυθιστόρημα που είναι εκτενές, και στις τρεις αυτές περιπτώσεις έχουμε να κάνουμε με κείμενα περιορισμένης έκτασης. Όμως θεωρώ ότι, εξαιτίας του περιορισμένου χώρου στον οποίο τις περισσότερες φορές δημοσιεύεται το χρονογράφημα, ο χρόνος ανάπτυξης της πλοκής του πρέπει να είναι πολύ πιο σύντομος συγκριτικά με αυτόν που απαιτείται για ένα διήγημα ή μια ιστορία. Αυτός ο παράγοντας της χρονικής οικονομίας ως προς την αφήγηση, μαζί και με την έννοια του επείγοντος - που διαφοροποιεί το χρονογράφημα από το διήγημα -, δημιουργούν την εντύπωση ότι το πρώτο είναι ένα ιδιαίτερα δύσκολο είδος πεζογραφίας. Άρα, μάλλον δεν αρκεί να είναι κανείς άνθρωπος των Γραμμάτων προκειμένου να ασχοληθεί με αυτό. Ο χρονογράφος χρειάζεται αφενός μεν να διαθέτει ιδιαίτερη αντίληψη στην ‘ανίχνευση’ της καθημερινότητας καθώς και μαεστρία όσον αφορά την επιλογή του ‘καυτού’ θέματος που θα παρουσιάσει. Αφετέρου δε, χρειάζεται να διαθέτει ιδιαίτερο ταλέντο ώστε να επισύρει την προσοχή του κοινού σε όσα άξια προσοχής ή και σχολιασμού αποκαλύπτει. Με άλλα λόγια, ένα χρονογράφημα πρέπει να εμπεριέχει - σε σωστές πάντα δόσεις - στοιχεία της επικαιρότητας που να αποσκοπούν στο να επιτύχουν, με ανάλαφρο και γλαφυρό τρόπο, την αφύπνιση του αναγνώστη. Δεδομένου λοιπόν ότι την εποχή που έγραφε αυτά τα ‘φέιγ βολάν’ ο Βάρναλης η ‘εικόνα’ ήταν είδος άκρως επικίνδυνο, το χρονογράφημα, που μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα ‘σκαρίφημα-χρονικό’, ήταν εξαιρετικά επικοινωνιακό και είχε μεγάλη απήχηση και αποδοχή.
Π. Σκούρτης
21- 1-2008